Από εκεί ξεκινούν. Είναι η πρώτη κουβέντα που λένε. Το πρώτο και κύριο ζητούμενο είναι η αποδέσμευση από το πρωτότυπο.
Δεύτερη κουβέντα με την οποία υποδέχονται είναι πως: Όταν μεταφέρουμε μια Τέχνη σε μία άλλη, υποχρεωτικά ισχύουν οι κανόνες της δεύτερης. Δηλαδή, αν υποθέσουμε ότι διασκευάζεις τον «Καπετάν Μιχάλη» σε μπαλέτο, θα κριθεί με τους κανόνες του Χορού κι όχι του βιβλίου. Το ίδιο φυσικά ισχύει και στον κινηματογράφο. Εχουμε όμως δρόμο μπροστά μας
Και προχωρούν τα μαθήματα, πρώτα με τη διαφορά βιβλίου και σεναρίου. Λένε λοιπόν σε αυτά τα μαθήματα: Η διαφορά βρίσκεται στο ότι το βιβλίο περιγράφει ΣΚΕΨΕΙΣ ηρώων ενώ το σενάριο πρέπει να δείχνει ΠΡΑΞΕΙΣ ηρώων. Στην μεταφορά βιβλίου σε σενάριο ο διασκευαστής καλείται να μετατρέψει το λόγο σε εικόνα, τις σκέψεις σε πράξεις. Συνεπώς η δράση είναι βασικό στοιχείο. Όταν λέμε δράση δεν περιοριζόμαστε στην περιπέτεια αλλά στο «δρώντων και ου δι απαγγελίας» του αρχαίου ημών φιλοσόφου.
Συνεχίζεται το μάθημα: Για να μπορέσει να λειτουργήσει η αποδέσμευση και να μεταφερθεί η τέχνη του βιβλίου στην τέχνη του κινηματογραφικού σεναρίου, υπάρχουν κι εδώ οδηγίες. Πρώτον και κύριον ότι ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΓΡΑΦΤΕΙ, αυτή τη φορά με τους κανόνες ενός κινηματογραφικού σεναρίου κι όχι με την ανάγνωση σελίδων του μυθιστορήματος. Η εν λόγω διδασκαλία ορίζει πως από το βιβλίο κρατάμε 1) τον ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΗΡΩΑ, 2)ένα 20 ο/ο με 30 ο/ο ΩΣ ΒΑΣΗ από το πρωτοτυπο,3) κρατάμε ενδεικτικά κάποιες συγκεκριμένες σκηνές από το βιβλίο ώστε να γίνεται η αναγωγή της μιας Τέχνης στην άλλη και το υπόλοιπο, το ξαναγράφουμε. Τώρα πιά με βάση τον κινηματογραφικό κανόνα.
Ποιος είναι ο κανόνας; Του τι έργο, τι είδους έργο θέλουμε να κάνουμε από το βιβλίο που διαλέξαμε. Τι θέλουμε να βγάλομε από αυτό. Με βάση αυτό που θέλουμε να βγάλουμε, ξαναγράφουμε το βιβλίο σε σενάριο. Δεν μας εμποδίζει κανείς, δεν υπάρχει περιορισμός, υπάρχει όμως ο Κανόνας της Τεχνης που αξιώνει ΣΥΝΕΠΕΙΑ σε αυτό που επέλεξες. Να ξερεις που πατας και που πηγαίνεις με τη διασκευή σου. Και τη σειρά των σκηνών σου επιτρέπεται να αλλάζεςι, όπως και το να προσθέτεις δικές σου, καινούργιες. Ώστε να σου λειτουργήσει ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ το σεναριο και προς την κατεύθυνση που θέλεις. Αν σου πουν ότι αυτά δεν τα λέει ο συγγραφέας εσύ θα απαντήσεις «ευχαριστώ πολύ για την πληροφορία». Διότι αυτοί που θα στο πουν ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ότι στο σινεμα θα δούμε το σεναριο του σεναριογράφου (είτε είναι και σκηνοθέτης του φιλμ είτε όχι) κι όχι το βιβλίο που διαβάσαμε. Μπορούμε να προσθέσουμε και πρόσωπα, που δεν υπήρχαν στο αρχικό. Κι εννοείται πως πετάμε, πετάμε, πετάμε σκηνές του βιβλίου που περισσεύουν από αυτό που έχουμε υπόψη ότι θέλουμε να κάνουμε.
Αυτοί που δεν ξέρουν σινεμά, που δεν ξέρουν από σενάριο κι από διασκευή και τι ακριβως είναι θα μιλήσουν για «αλλοίωση βιβλίου». Οπως μας διδάσκουν στις Σχολές δεν υπάρχει αλλοίωση, υπάρχει αναδημιουργία, Αυτό που είπαμε ότι μεταφέρεις μια Τέχνη σε μία άλλη κι υποχρεούσαι να ξεχάσεις την παλιά και να επικεντρωθείς στην καινούργια.
Αν δεν ξέρεις αυτή τη βασική αρχή τότε πως μπορείς να κάνεις κριτική, είτε ως επαγγελματίας είτε ως θεατής, στη μεταφορά ενός βιβλίου; Με το να πεις επικριτικά ότι «α, δεν είναι σαν το βιβλίο’ κι ότι ήρθα να δω Καζαντζάκη, στην περίπτωση του «Καπετάν Μιχάλη» ή Παπαδιαμάντη στην περίπτωση της «Φόνισσας», δεν καταλαβαίνεις ότι εχεις συστηθεί ως εκτος αντικειμένου. Αυτά που εσύ νομίζεις για ελαττώματα, από τη διδασκαλία θεωρούνται προσόντα.
Στην περίπτωση του «Καπετάν Μιχάλη» ο ΚΩΣΤΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ που υπογράφει σεναριο και σκηνοθεσία έχει ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΜΕΝΑ κινηματογραφική κατάρτιση, ξέρει τι σημαίνει διασκευή, ποιοί είναι οι κανόνες μεταφοράς βιβλίου κι είναι ολοφάνερο. Επιλέγει να δωσει εικόνα έπους που και το ίδιο το πρωτοτυπο διαθέτει, άρα είναι στοιχείο για να αντλήσεις από εκεί αφορμή για κινηματογραφική μεταφορά και δεν είναι μυθιστόρημα εσωτερικού χώρου. Και τέτοιο , όμως, να ηταν, παλι εξαρτάται από εκείνο που υπαγορεύει η διδασκαλία κι είπα πιο πάνω, περί συνέπειας. Και περι του τι θέλεις να βγάλεις από το βιβλίο. Αν θέλεις να δεις τον ¨Καπετάν Μιχάλη» ως έπος, κανείς δεν μπορεί να σε εμποδίσει. Αν πάλι θελεις να το δεις φιλοσοφικά, πάλι ίδιο το δικαίωμα. Βεβαια, με τι τρόπο θα μετατρέψεις τη φιλοσοφία σε εικόνα είναι το πεδίο στο οποίο θ κριθεί η διασκευή σου σε αυτή την περίπτωση.
Εχει επίσης «δει» καθως διασκευάζει, τον χωρο και το ύφος, κι ένα δευτερο στοιχείο που διέκρινα πέρα από την καταρτιση του τη σεναριακή είναι η σχεση με τη ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ, τους χώρους, το χρώμα και κατεπέκταση εντάσσει και τα κοστούμια. Υπάρχει ολοκλήρωση υφους (Σκηνογραφική Διεύθυνση- Κοστούμια: ΣΑΒΒΑΣ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Φωτογραφία: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ/
Προτιμώ να μείνω εδώ, να διαβαστούν και να ξαναδιαβαστούν τα περί Σεναριακού Μαθήματος, είναι πιο ωφέλιμα από «κριτική», ακόμα κι αν ο κριτικός ξέρει αλλά δεν ξέρει ο θεατής, οπότε καλό είναι να μαθαίνει. Θα τα ξαναπω αυτά περί διασκευής και σε επομενη ευκαιρία, τα έχω ξαναπεί, δεν θα κουραστω να τα λέω ..για τους ηθοποιύς θα πω δυο λόγια στα γρήγορα, για τον ΑΙΜΙΛΙΟ ΧΕΙΛΑΚΗ ότι έχει τη λεβεντιά του Κρητικού ηρωα καθως και τη φωνή για να τον υποστηρίξει, θα πω για τον ΑΛΕΚΟ ΣΥΣΣΟΒΙΤΗ που εξελίσσεται ως ηθοποιός και βγάζει κάτι ασθενικό ως άποψη , είτε του Χαραλάμπους είτε δική του, πάνω στο Νούρι, θα πω για τον ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΠΟΥΓΙΟΥΡΗ πως ήταν ιδεωδης επιλογή για να αναψει τη φωτια της Εμινέ κι επίσης για την ΤΖΕΝΗ ΚΑΖΑΚΟΥ πως ψάχνει να βρει τους βηματισμούς της, το ποια είναι η καλλιτεχνική της ιδιοσυγκρασία, πέρα από όμορφο κορίτσι. Ο ρόλος της Εμινέ, χωρίς να φτάνει στην τέλεια απόδοση , της επιτρέπει να ψαχτεί, ειδικά στις σκηνές που θέλει να δηλώσει ερωτική λύσσα, ας το κοιτάξει μήπως κι η προδιαγραφή της δεν είναι ενζενίστικη παρόλο ότι η λεπτη φωνή την παγιδευει πάνω σε αυτό. Του ΓΕΡΟΝΤΙΔΑΚΗ από την άλλη του έφυγε μια υπερβολή και δεν ξέρω που μπορει να μην έγινε σωστή συνεννόηση.
Εν κατακλείδι: Τον «Καπεταν Μιχάλη» του Κώστα Χαραλάμπους βλέπουμε κι όχι του Νίκου Καζαντζακη. Όπως κι ο Μάνος Κατράκης στο θέατρο , τον «Καπετάν Μιχάλη» των ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ και ΚΩΣΤΑ ΚΟΤΖΙΑ είχε παίξει (αν και πρωτος διδάξας ήταν ο Νικος Χατζίσκος) , με Εμινέ την Καίτη Παπανίκα, δύο δόκιμοι συγγραφείς είχαν μετατρέψει το βιβλίο σε θεατρικό, δεν είχε παίξει τον ¨Καπεταν Μιχάλη» του Καζαντζάκη. Του Καζαντζάκη είχε παιξει ο Κατράκης τον «Χριστόφορο Κολόμβο» που ανήκε στη ΘΕΑΤΡΙΚΗ παραγωγή του φιλόσοφου συγγραφέα.
Για να διευκρινίζονται καταστάσεις.