Ξεκινάμε από το έργο λοιπόν, ως βασική αρχή , χέρι χέρι όμως με τα «θερινά» διότι αυτή η ταινία θα μπορούσε να θεωρηθεί κι ως ιδεώδες καλωσόρισμα θερινής σαιζόν, και θερινής αίθουσας, κυρίων των παραθεριστικών κέντρων, όσον αφορά στην Ελλάδα των παγιωμένων συνηθειών. Το καλοκαίρι, που οι αντιστάσεις λόγω ζέστης χαλαρώνουν, θεωρητικά θέλει πάντοτε την ψυχαγωγία ως προτασσόμενη.
Δεν θα διαφωνήσω, θα σημειώσω όμως πως επειδή μιλάμε για «θερινά», στα θερινά εκείνα που μεγάλωσα, ανατράφηκα, εργάστηκα και τα οποία προϋπήρξαν και της γέννησης μου, το θερινό ήταν περισσότερο ένα «χωνευτήρι» που χώραγε τα πάντα, εκείνα που χάσαμε το χειμώνα, εκείνα που θέλαμε να ξαναθυμηθούμε. Μέσα δηλαδή σε αυτά περιλαμβάνονταν κι έργα «βαριά». Όμως η διάθεση ήταν ψυχαγωγική κι αυτή ήταν που τα έκανε να μοιάζουν διαφορετικά.
Τώρα που το σινεμά φθίνει αλλά το θερινό για την ώρα αντέχει, πάμε να τα δούμε διαφορετικά. Ωστόσο μην ξεχνάμε, για να μη νομίζουμε ότι είμαστε και το κέντρο του Σύμπαντος, ότι θερινό σινεμά με αυτή την έννοια, έχουμε μόνο στην Ελλάδα. Στον υπόλοιπο κόσμο, σε κλειστές αίθουσες οι σινεφιλ «εκκλησιάζονται» τους θερινούς μήνες.
Αρα, το είδος των έργων έχει να κάνει με τη διάθεση που προμηνύει το καλοκαίρι είτε σε βόρειους είτε σε μεσημβρινούς.
«Ο ΚΑΣΚΑΝΤΕΡ» είναι ταινία καθαρά ψυχαγωγική, με όλα τα προσόντα εκείνα που δηλώνουν ότι αυτό που κληθήκαμε να χαρούμε το έχουν φτιάξει άνθρωποι, καλλιτέχνες, με περισσή φροντίδα, σαν να έφτιαχναν ένα ΄όποιο άλλο καλλιτεχνικό δημιούργημα
Είναι κωμική περιπέτεια, έχει φαντασία, πρωταγωνιστικό ζευγάρι, ο ΡΑΫΑΝ ΓΚΟΣΛΙΝΓΚ είναι σε μεγάλη τροχιά εξέλιξης, έχει καλλιεργήσει το τσαχπίνικο του και μπορεί και το διαχειρίζεται και κωμικά, όπως έκαναν κι άλλοι αρσενικοί συνάδελφοι του στον καιρό τους, που δεν φοβήθηκαν το χαλαρό, κωμικό, ανάλαφρο είδος και παίξιμο. Κι αρκετότατη ως παρτενέρ η ΕΜΙΛΥ ΜΠΛΑΝΤ η οποία εχει τα προσόντα της παρτενέρ, μπορει όμως να κινείται και σε είδη, κατι καλό τρέχει με την γκάμα της.
Με αυτούς ξεκινά να ομορφαίνει το καλό. Διότι η βάση του καλού είναι το έργο στο είδος που ανήκει, στην ψυχαγωγική περιπετειώδη κωμωδία, ένα Είδος με παράδοση κι αξίες, κυρίως από το Χόλυγουντ αλλα και το γαλλικό σινεμά ιδίως του χθες, όπως και το ιταλικό, έχουν ανάλογα να επιδείξουν.
Κωμική περιπέτεια που θα μπορούσε κανείς να τη βάλει στην ομάδα του «κυνηγώντας το πράσινο διαμάντι», όμως, ο λίγο ψαγμένος θα σκεφθει και κάποιες ανάλογες του Μπαρτ Ρέυνολντς, ο μη συμπλεγματικός θα αναγνωρίσει τέτοια πράγματα σε ταινίες και του Τομ Κρουζ και το κερασάκι και η ουσία θα είναι στο περιεχόμενο. Ναι μεν περιπετειώδης κομεντί, ναι μεν εκείνος κι εκείνη κι οι παρεξηγήσεις αλλά που ακριβώς συμβαίνουν αυτά και τι είδους παρεξηγήσεις είναι; Συμβαίνουν λοιπόν στο χώρο των γυρισμάτων ταινιών, στα γυρίσματα ενός blockbuster των οπτικών εφφε, όπου τραυματίζεται ο μόνιμος ντουμπλυρ του σταρ, αυτος που τον ντουμπλάρει σε επικίνδυνες σκηνές, κι από κει ξεκινά μια ιστορία που θα γίνει κι ερωτική κι αστυνομική και κωμική και περιπέτεια αλα blockbuster,κυρίως όμως θα γίνει κάτι σαν ανοιχτή επιστολη προς τους κασκαντέρ, ως μια ταινία που επιλέγει κωμικό τρόπο να μας φέρει κοντα σε αυτούς τους αφανείς ήρωες που μας χαρίζουν τιςς ακροβασίες και τα εντυπωσιακά αλματα κι ό,τι άλλο βάλει ο νους, που έρχεται ο σταρ και τα καρπώνεται και για εκείνους υπάρχει μόνο η αφάνεια.
Η ταινία όλα αυτά, χωρις να καταφεύγει σε κήρυγμα ή σε συντεχνιακή διδασκαλία, μας τα κάνει ψυχαγωγία και μας βοηθά και να τα αισθανθούμε. Κι επειδή κάποια στιγμή ο ήρωας του σεναρίου λέει πως δεν παίρνουν Oscar για αυτά, αφήνει και την εντυπωση, ή έστω ένα κρυφα ανοιγμένο παράθυρο για να μπει το αεράκι που μπαίνει και σε άλλους κλάδους τελευταίως και να δουμε ίσως στο μελλον και τους κασκαντερ να παίρνουν Oscar στη δική τους ιδιότυπη όσο και ριψοκίνδυνη κατηγορία- εγώ θα το έλεγα ΤΕΧΝΗ, όπως κι όλα τα υπόλοιπα.
Είναι ένας είδος ταινίας ο «ΚΑΣΚΑΝΤΕΡ» που ως κινηματογραφικό είδος μας είναι απαραίτητο και προς Θεού μην ξεχνάμε και μην σνομπάρουμε σουσουδίζοντας την ψυχαγωγική αποστολή του σινεμά, είναι ΒΑΣΙΚΗ του κι ΥΠΑΡΞΙΑΚΗ του, ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ.
Ο ΝΤΕΗΒΙΝΤ ΛΙΤΣ σημειώνεται ως σκηνοθέτης γνώστης της πλατύτερης γκάμας του είδους, το χιούμορ που διέπει τη δράση του «John Wick» ή του «Fast and furious» , μπορεί κι ενισχύει και την κωμωδία ως είδος όταν του έρθει ένα σεναριο σαν κι αυτό, εμπλουτίζοντας το είδος εκείνης τα περιπέτειας, διευρύνοντας τα όρια του. Η σχέση του με το μονταζ θυμίζει την αναλογη του Ζεμεκις στο «Πρασινο διαμαντι» ή του Χωλ Νήνταμ στις κωμικες περιπέτειες του Μπαρτ Ρέυνολντς, εκείνη την αγαστή συνεργασία που το μοντάζ κραταει το αστείο ως εκεί που πρέπει, το κόβει στα σωστα σημεία, παρακολουθεί και τον ηθοποιό στο κοντινό του όταν θέλει να εμποτίσει τη σκηνή του ο τελευταίος με μια δοση συναισθήματος παραπάνω. Ετσι φτιάχνονται τα ωραια εργα που μας ψυχαγωγούν. Υπογραφή στο Μοντάζ: ΕΛΙΖΑΜΠΕΤ ΡΟΝΑΣΝΤΟΤΙΡ
ΥΓ Η καταγωγή του είναι από τηλεοπτική σειρά
ΥΓ 2: Ο σκηνοθέτης αγαπά τον ΑΑΡΟΝ ΤΕΙΛΟΡ ΤΖΟΝΣΟΝ, όμως, εδώ ο ¨κσκός» του υποχωρεί, απέναντι στον ήρωα-μαρτυρα -τσαχπινη Ράυαν Γκόσλινγκ, του Τζόνσον κάπου του διαφευγει το κωμικό που δεν του διεφευγε στην προηγούμενή αινία με τον Ντέηβιντ Λιτς, το «Bullet train», δεν ξερω αν φταίει ο ναρκισσισμός του χαρακτήρα που μπορεί να τον μπέρδεψε
ΥΓ 3: Σημειώστε μια ταινία που επίσης είχε σκύψει πάνω στον κασκαντερ, εντελως διαφορετική από τούτη. Ηταν το «STUNTMAN»(Στάντμαν ο ριψοκίνδυνος δραπέτης) του Ρίτσαρντ Ρας με τον Στηβ Ράιλσμπακ στο ρολο του «Κασκαντερ» και τον Πήτερ Ο’ Τουλ στο ρόλο του παρανοϊκα απαιτητικου σκηνοθέτη ,υποψηφιου για Oscar τη χρονιά που το πήρε ο Ντε Νίρο για το «Οργισμένο είδωλο» Το φιλμ ήταν υποψηφιο και για σκηνοθεσία και για σεναριο εκ διασκευης -1981. Ετσι, για να τιμήσουμε κι εμείς την υποτιμημένη καλλιτεχνική κατηγορία