Μετα τα δυο πασίγνωστα , που ανέφερα πιο πάνω, την «Ευνοούμενη» και το «Poor things», όπου ο Λάνθιμος συνεργάστηκε με άλλο σεναριογράφο, επιστρέφει στον Φιλίππου.
Κι αυτό καλλιτεχνικά τι δείχνει; Την ανάγκη να κάνω μια στάση, να με ξαναδώ, να δω από κει που έχω κινήσει, το δρόμο που έχω διανύσει και να πάω παρακάτω. Στην ασφαλή συνεργασία με τον Φιλίππου μπορεί να κάνει αυτή τη στάση της αυτογνωσίας και ης επαναφόρτισης της μηχανής.
Μόνο που αυτά τα οποία έχουν μεσολαβήσει, τον έχουν επισημοποιήσει ως κάτοχο της σκηνοθετικής τέχνης κι έτσι, ξαναγυρίζει μεν στον Φιλίππου αλλά φέρει εντός του και το άνοιγμα το ωφέλιμο των δυο τελευταίων διάσημων ταινιών του.
Κι έτσι, ενώ βλέπουμε ξανά ένα «weird cinema», από εκείνα που σήμαινε το όνομα «Λανθιμος», το βλέπουμε υπο νέους όρους.
Και τι είναι το έργο που βλέπουμε με εργοκεντρικούς όρους;
Εδώ λοιπόν με τον Φιλίππου πάνε στο «είδος» (χωρίς να είναι ακριβώς «είδος») της ταινίας των τριών σκετς, της σπονδυλωτής. Τρεις ιστορίες σε μία. Συνδετικός κρίκος; Φανερός κανένας. Ούτε κάλπικη λίρα υπάρχει, ούτε κιτρινη Ρολς Ρους , υπάρχει όμως κατι που έχουμε συναντήσει σε σπονδυλωτές ταινίες κυρίως των Ιταλών, να παίζονται και τα τρία σκετς από τους ίδιους ηθοποιούς.
Η αδιαμφισβήτητη ευφυία του Λάνθιμου, πάνω στο weird σενάριο του Φιλίππου πιάνεται από αυτό και ξεκινά τη διαδρομή της.
Με ένα εκπληκτικό «θίασο» ο οποίος περιλαμβάνει ονόματα που δόξασε ο Λάνθιμος, όπως την ΕΜΑ ΣΤΟΟΥΝ, τον ΓΟΥΙΛΕΜ ΝΤΑΦΟ, που τον ξαναδοκίμασε με επιτυχία, και με νέο- προσληφθέντες, όπως ο ΤΖΕΣΕ ΠΛΕΜΟΝΣ που πήρε και το βραβείο Ερμηνείας στις Κάνες, επιβεβαιώνοντας πως ο Λάνθιμος είναι σκηνοθέτης ηθοποιών, την ΧΟΥΝΓΚ ΤΣΑΟ, υποψήφια για Oscar στην «Φάλαινα», την ΜΑΡΓΚΑΡΕΤ ΚΟΥΟΛΕΪ κλπ ενώ ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΕΦΑΝΑΚΟΣ, είναι ο συνδετικός κρίκος της ταινίας τριών σκετς που θα αναζητούσαμε, μια weird επεξεργασία, από τους δημιουργούς . Παρεμπιπτόντως είναι ωραία κινηματογραφική φάτσα, είναι ο R.F.M για όσους δουν την ταινία.
Τωρα, ως προς τι ιστορίες. Διέπονται από το παραλογο του ύφους, δεν τους λείπει το χιούμορ, δεν τους λείπει κι η ακρότητα όπου χρειάζεται, δεν θα λείψει όμως κι η απορία σε κάποιους θεατές τι ακριβώς είναι αυτό που είδαμε.
Η πρώτη ιστορία στα μάτια τα δικά μου ήταν η πιο ολοκληρωμένη , πάνω στο παράλογο της και στο χιούμορ με έναν άντρα που θέλει να είναι αρεστός στο αφεντικό του, ίσως πέραν των ορίων, η δεύτερη ιστορία είναι πιο ιντριγκαδόρικη στην αφορμή με έναν άντρα που δεν πείθεται ότι η γυναίκα του, που σώθηκε από ένα ναυάγιο είναι πράγματι η γυναίκα του- εδώ μας «κακομαθαίνει» η ίντριγκα και περιμένουμε λύση αστυνομικού αινίγματος αλλά το weird είναι weird κι είναι αυτή η ιστορία που θα μοιράσει τους θεατές σχετικά με το ποιος έχει καταλάβει καλύτερα τον Λάνθιμο…Η τρίτη ιστορία, μέσα στο παράλογο, έχει την πρωτοτυπία της γύρω από μια ιδιότυπη σέχτα κι επειδή αφήνει χαρακτηριστική γεύση θα μπορούσε να θεωρηθεί κι η πιο αντιπροσωπευτική.
Εργοκεντρικά, η ταινία βοηθιέται από τις κατακτημένες και φανερωμένες ικανότητες του Λάνθιμου και των συνεργατών του που του δομούν το όραμα κι εδώ θα σταθώ πολύ στον ΓΙΩΡΓΟ ΜΑΥΡΟΨΑΡΙΔΗ, τον μοντέρ, ο οποίος έχει κάνει την ταινία να κυλά σαν νεράκι, είναι κυριολεκτικά ένα μάθημα πάνω στο «μονταζ που δεν φαίνεται», είναι όμως αυτό που σε κάνει νακαταπίνεις την ταινία και να μην βαριέσαι ακόμα κι όταν απορείς-αν και για το τελευταίο , εννοείται, δεν μπορώ να μιλήσω εξ ονόματος όλων των θεατών, όταν στη ζωή μου έχω συναντήσει θεατή που απέρριπτε τον «Λώρενς της Αραβίας» επειδή δεν πείστηκε ότι άντεξε την έρημο…Ανεξαρτήτως γούστου για την ταινία και για το είδος που μπορεί να προτιμά ο καθένας, η δουλειά του Μαυροψαρίδη έχει εξασφαλίσει στο φιλμ του Λάνθιμου υποδειγματική ροή. Επίσης, θεωρώ απόκτημα για το «λανθιμέϊκο» σινεμά, τον μουσικό TZEΡΣΚΙΝ ΦΕΝΤΡΙΞ, τον συνθέτη που διακρίθηκε στο «Poor things» κι ήταν κι αυτός μια από τις 11 οσκαρικες υποψηφιότητες της ταινίας , και τωρα δείχνει πως ο ήχος του είναι αυτός που ταιριάζει το περισσότερο στη «λανθιμέικη» προσέγγιση των πραγμάτων, που όπως και σε άλλα, έτσι και στη μουσική ο Λάνθιμος έχει βρει τον «εφαρμογέα» του. Και βέβαια, να πάμε και στον διευθυντή φωτογραφίας ,τον ΡΟΜΠΥ ΡΑΫΑΝ, έχουν βρει πεδίο συνεννόησης, η κάμερα κι ο φωτισμός , ψυχρό όσο χρειάζεται για την αποστασιοποίηση του weird..
Οσο για τον ΤΖΕΣΕ ΠΛΕΜΟΝΣ, που βραβεύτηκε στις Κάνες, ναι, σε κάθε ιστορία είναι κι ένας άλλος.. Και δεν υπάρχει τίποτε το προβλέψιμο στο παίξιμο του, πάνω στο τι θα ανασύρει για ερμηνευτική λύση, σε κανέναν από τους τρεις χαρακτήρες που θα μπορούσε να είναι κι ο απόλυτος Ένας αλλά πως να κάνει ο ηθοποιός προβλέψιμο παίξιμο όταν το ίδιο το αντικείμενο στηρίζεται στα απρόβλεπτα. Η ΕΜΜΑ ΣΤΟΟΥΝ είναι κι εδώ υπέροχη αλλά αυτή τη φορά το βάρος έχει πέσει στον άντρα, διότι αυτός είναι ο κεντρικός άξονας των τριών ιστοριών.