Κι εδώ σταματώ τον «διευκρινιστικό» πρόλογο και μπαίνω απευθείας στο έργο.
Είναι του ΤΖΩΝ ΦΟΡΝΤ, το όνομα του οποίου έχει ταυτιστεί με τα γουέστερν. Μόνο που η φιλμογραφία του και τα αριστουργήματα του, έρχονται από τον κοινωνικό κινηματογράφο, κι έχουν μια παράλληλη πορεία με τα γουέστερν του. Και στα γουέστερν, πάλι τα «ιερατεία» αποφασίζουν εκ των υστέρων να προβάλλουν κάποιο και να λένε, να λένε, να λένε για αυτό, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα κάποιο άλλο. Η λογική της εξουσίας των ιερατείων.
Είναι ενδιαφέρον πάντως το γεγονός πως είναι ο σκηνοθέτης με τα περισσότερα Oscar Σκηνοθεσίας, 4 (τέσσερα) τον αριθμό, ακριβώς όπως κι η Κάθριν Χέπμπορν στο δικό της τομέα, και ΚΑΝΕΝΑ από τα 4 δεν είναι για γουέστερν. Όλα είναι για κοινωνικά δράματα.
Και το θέμα είναι ο τρόπος διαχείρισης του κοινωνικού θέματος, που από ταινία σε ταινία, κι από είδος σε είδος ή μάλλον καλύτερα, από σενάριο σε σενάριο , διαφέρει
Για να μη γίνει θέμα γύρω από τη φιλμογραφία του Τζων Φορντ και για να σταθώ Εργοκεντρικά στην «Κοιλάδα της κατάρας» θα πω το εξής: Η μετάφραση του αγγλικού τίτλου είναι η καθοριστική για τη σύσταση και την ταυτότητα του έργου: «ΠΟΣΟ ΠΡΑΣΙΝΗ ΗΤΑΝ Η ΚΟΙΛΑΔΑ ΜΟΥ» (How green was my valley)Φυσικά προέρχεται από το βιβλίο του ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΛΙΟΥΕΛΙΝ.
Κι ο Τζων Φορντ ως σκηνοθέτης, επιλέγει να προβάλει το θέμα της νοσταλγίας ή καλύτερα της αναπόλησης, να το κάνει έργο μνήμη, να το μεταβάλει σε ύφος και κυρίως σε αχλή μέσα στην οποία θα τυλίξει το δράμα καθως θα το κτίζει αφηγηματικά, πάνω κι από το σενάριο. Θα αποδώσει την ΨΥΧΗ ΤΟΥ. Ναι, Την Ψυχή του. Ακριβώς, όπως είχε κάνει ένα χρόνο πριν, με «ΤΑ ΣΤΑΦΥΛΙΑ ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ», στα οποία απέδωσε το πνεύμα του ΤΖΩΝ ΣΤΑΪΝΜΠΕΚ κάνοντας το , σκηνοθεσία Τζων Φορντ, και παίρνοντα και το OSCAR της Σκηνοθεσίας, το κοινωνικό πνεύμα με τον τρόπο που το όριζε εκείνο το έργο. Στην «Κοιλάδα της κατάρας» ο συγγραφέας δεν είναι ο αριστερός Στάινμπεκ που γραφει στα χρονια της οικονομικής κρίσης, είναι ένας Βρετανός, που αναφέρεται στον τόπο καταγωγής του, σε μια επαρχια της Ουαλλίας, στο τέλος περίπου της βικτωριανής εποχής, τότε που προχώραγε η εκβιομηχάνιση. Η περιοχή της κοιλάδας, είναι περιοχή ανθρακωρύχων. Αφηγητής του δράματος είναι το νεαρό αγόρι, που μεγάλος πια αφηγείται τα όσα έγιναν, το χωριό του, την ιστορία της οικογένειας, από αυτά αντλεί υλικό ο Τζων Φορντ για να φτιάξει την ταινία, για να της δώσει την ψυχή που κρύβε το βιβλίο και πρέπει κι σελίδες να μετατραπούν σε εικόνες, και μέσα από την αναπόληση, να κτίζει.Για να φτάσουμε στην απογείωση της κοινωνικής σύγκρουσης. Εργο κατά βάση συνόλου, οι σχέσεις της οικογένειας, και τα προβλήματα των ανθρακωρύχων που θα ερθουν στην επιφάνεια και το έργο δεν θα αποφύγει-το αντίθετο μαλιστα- τον κοινωνκό-συγκρουσιακό χαρακτήρα, όπως είπα και πριν. Μαζί με τα αισθήματα, τα συναισθήματα, την κοινωνία και την οικογένεια και τι σήμαινενα είσαι ανθρακωρύχος κι εκείνο που θυμάται ο άλλοτε πιτσιρικάς. Είναι «Τα σταφύλια της οργής» που «εξελίχθηκαν», που το υλικό έδινε στο σκηνοθέτη τη δυνατότητα να απλώσει. Η σκηνοθεσία!!!!! Για να καταλαβαίνουμε τι είναι σκηνοθεσία και να μη νομιζουν ότι είναι το τραβελινγκ ή η καμερα αν χοροπηδάει ή αν κάνουν παιχνιδίσματα οι φωτισμοί, η Σκηνοθεσία είναι η Ψυχή. Και στο ανθρωποκεντρικό, μέσα στο ζωντανεμα παίζουν ρόλο οι άνθρωποι. Από εδώ ξεκινά και το θέμα της διανομής που για ένα αιώνα θεωρείτο μέρος της σκηνοθεσίας, και ασφαλώς είναι, μόνο που τώρα πιά αναγνωρίστηκε κι ο κλάδος που ψάχνει και εισηγείται κι είναι οι casting directors. Πάνω σε αυτή τη βάση, η διανομή στην «ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΑΣ» υπαγορεύει σκηνοθεσία. Εργο συνόλου, να βρει και να βάλει τους ηθοποιούς σε σχέση μεταξύ τους, να υπάρχει και πρωταγωνιστικό ζευγάρι με ονόματα, κι εδώ τη δουλειά την παίρνουν ο ΓΟΥΟΛΤΕΡ ΠΗΤΖΟΝ κι η ΜΩΡΗΝ Ο’ΧΑΡΑ ενώ τους ρόλους του πλαίσιου που φτιάχνει την ατμόσφαιρα της ταινία την αναλαμβάνουν οι καρατερίστες. Και μέσα από εκεί ο Τζων Φορντ περνά το κοινωνικό κομμάτι, το οικογενειακό, το νοσταλγικό και το συναισθηματικό. Η ΣΑΡΑ ΟΛΓΚΟΥΝΤ, καρατερίστα διαρκούς απασχόλησης, που προταθηκε για το Oscar στο ρόλο της μητέρας κι ο ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΚΡΙΣΠ που το ΠΗΡΕ στο ρόλο του πατέρα…κι αξίζει εδώ να προσέξουμε τον τρόπο με , τον τρόπο τον ερμηνευτικό εννοώ, με τον οποίο ο ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΚΡΙΣΠ υπο την δημιουργία ατμόσφαιρας απ΄τον Τζων Φορντ, φτιάχνει τον πατερα με ακριβότατη λιτότητα, όλα τα συναισθήματα τα περνά με αυτο τον τρόπο, του πατέρα συγκριτικά είναι πιο καιρια, πιο πολλαπλά, , η Ολγκουντ χρησιμοποιεί το συναίσθημα για να αποδώσει τη μητέρα, ο Κρισπ τη λιτότητα και προκρίνεται λιγο παραπάνω σε ατομικό επίπεδο. Αυτό όμως ολο είναι ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ του ΤΖΩΝ ΦΟΡΝΤ. Διότι ακριβώς με αυτό τον τρόπο έχει συνυπάρξει τους δυο γονείς και πρεπει με τον τρόπο τους να δικαιώνουν την αναπόληση του μικρού γιού, το παιξιμο τους, μεσα απ΄τη διαφορετικότητα τους, πρέπει να γεννά μνήμες και νοσταλγία στο παιδί που αφηγείται. Και το παιδί είναι ο ΡΟΝΤΥ ΜΑΚ ΝΤΟΟΥΕΛ, γεννημένο θαρρείς για να παίζει σε εκείνη την ηλικια «βικτωριανούς» χαρακτήρες. Οπως τους ξέρουμε από τη λογοτεχνία των Εγγλέζων.
Η ταινία πήρε, στην απονομή του 1942, (έχοντας πάρει προηγουμένως και το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας από την Ενωση Κριτικών Νέας Υόρκης) τα Oscar ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ, ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ, Β΄ΑΝΔΡΙΚΟΥ ΡΟΛΟΥ ο ΝΤΟΝΑΤΛΝΤ ΚΡΙΣΠΠ, και..ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ και ΣΚΗΝΙΚΩΝ. Τώρα, στη φωτογραφία , στη μελέτη του μαυρόασπρου πως συνυπάρχεις με κάμερα και φωτισμούς τη νοσταλγία με την κοινωνική διαμαρτυρία, το φως της κοιλάδας με τη σκοτεινιά των ανθρακωρυχείων, είναι από τις μελέτες των μεγάλων κινηματογραφικών σπουδών(ΑΡΘΟΥΡ ΜΥΛΕΡ ο διευθυντής φωτογραφίας) ενώ στα ντεκόρ που δόθηκε το δικό τους αγαλματίδιο, εχουν στήσει ολόκληρο χωριό. Με τα όλα του. Κι εδώ, ένα credit του πρεπει και του παραγωγού, και στουντιαρχη της Fox, του ΝΤΑΡΥΛ ΖΑΝΟΥΚ, που ήταν από εκείνη τη γενιά η οποία αγαπούσε το σινεμά και θα τρίζουν τα κόκκαλα τους με τους σημερινούς λογιστάδες του σημερινού Χόλυγουντ. Δειτε τι έριξε στην παραγωγή για να γίνει το κοινωνικό δράμα εποχής και νοσταλγίας, όπως του έπρεπε.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί πως ούτε εδώ, το 1942, ούτε τον προηγούμενο χρόνο στα «Σταφύλια της οργής» ούτε κι αργότερα το 1953, στον «Ησυχο άνθρωπο», βραβεύτηκε το σεναριο. Ολα αποδόθηκαν στη σκηνοθεσία του Τζων Φορντ, στον τρόπο που το προσέγγισε, το έψαξε βαθιά και το απέδωσε με ΚΑΝΟΝΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ. Κι αν θυμηθούμε την πρόσφατη ταινία του Σπήλμπεργκ “The Fabelmans” και την ευφυή ιδέα του Σπήλμπεργκ να αναθέσει το ρόλο στον ΝΤΕΗΒΙΝΤ ΛΥΝΤΣ, και τη συνεννόηση των δύο σκηνοθετων, πάνω σε αυτή την απόδοση, ναι, μπορούμε να φανταστούμε , ξεφεύγοντας στιγμιαία από τον Εργοκεντρισμό, πως θα ήταν ο Τζων Φορντ στην προετοιμασία και στο γύρισμα, στις απαιτήσεις και στις διαταγές, ακόμα κι ο Ζάνουκ, το μεγάλο αφεντικό, θα τον έτρεμε.