Φυσικά η ταινία δεν απευθύνεται σε εκείνους που περισσότερο διαβάζουν για σινεμά από όσο βλέπουν σινεμά . Διότι εκείνοι που βλέπουν σινεμά ,άρα αγαπούν τις ταινίες, είναι σε θέση να δουν ότι η κομεντί αυτή δεν καταφεύγει σε σαχλαμάρες ώστε να προκαλέσει το γέλιο, αντίθετα διογκώνει τα αστεία σημεία ενός κοινωνικού ζητήματος ώστε να αποκτήσει και κάποιο περιεχόμενο, τόσο όσο χρειάζεται ώστε να μη βαρύνει το αποτέλεσμα. Και το κοινωνικό ζήτημα δίνει αφορμή για την υπόθεση, με μια νέα τάση στην Αμερική για υποαπασχόληση των συνταξιούχων ώστε να νιώθουν χρήσιμοι . Όχι σαν κι εδώ που απειλούν τον συνταξιούχο με διακοπή της ήδη περικομμένης σύνταξης αν συλληφθεί κάπου απασχολούμενος…!!!!! Το τελευταίο θα μπορούσε να αποτελέσει στοιχείο για ελληνική κωμωδία αν υπήρχε κινηματογράφος που να ενδιαφέρεται για τα είδη κι αν δεν κατέφευγε στα έτοιμα της τηλεόρασης όταν αποφάσιζε να κάνει κωμωδία ως αγγαρεία. Όχι όμως μόνο ο κινηματογράφος αλλά και θέατρο που ληθαργεί επίσης θα μπορούσε αλλά που να τους βρεις Ο Γιαλαμάς με τον Πρετεντέρη πέθαναν κι αυτοί προ πολλού..
Συνταξιούχος , λοιπόν, είναι ο ήρωας της ιστορίας, 70άρης, χήρος ,που προσλαμβάνεται ως «ασκούμενος» σε ένα site που ασχολείται με τη μόδα. Το οποίο διευθύνει μια νέα κοπέλα η οποία ζει όλο το 24ωρο σε πανικό κουβαλώντας και τις ανάλογες ενοχές απέναντι στο σύζυγο που παραμελεί και στο παιδί της που δεν έχει καιρόν να το βλέπει όσο θα ήθελε.
Πάνω σε τούτο κτίζεται η κωμωδία με τον 70άρη να ζωντανεύει που ξανάγινε χρήσιμος κι ένιωσε και πάλι αποδοτικός και τη θετική αυτή ενέργεια θα μπορέσει να τη χρησιμοποιήσει τόσο για να βοηθήσει την κοπέλα όσο και τους νεαρούς συνεργάτες που ανήκουν στη σημερινή εποχή κι έχουν άλλα πράγματα στο κεφάλι τους.
Στα πλαίσια της ανάλαφρης κωμωδίας η ταινία βρίσκει χώρο για να θίξει μια σειρά από ζητήματα και να τα προσπεράσει καταλλήλως ώστε να μην ξεφύγει από το στόχο της αλλά έχει μπορέσει σε όλο τούτο το διάστημα να τα περάσει στους θεατές ώστε να έχουν και κάτι να συζητήσουν γύρω από την ταινία ή με αφορμή την ταινία, βγαίνοντας από τον κινηματογράφο. Ο τρόπος με τον οποίο εργάζεται η πεπειραμένη Νάνσυ Μέγιερς είναι κι έξυπνος και άρτιος τεχνικά , λεπτός και πολιτισμένος, με ευρηματικά επεισόδια που το καθένα κάτι έχει να προσθέσει είτε κάνει το θεατή να γελάσει με κάτι πρωτοβάθμιο είτε αν θέλει να του δώσει και κάτι παραπάνω κι επιλέγει τον κωμικό τρόπο.
Όλα αυτά, όμως, θα ήταν δευτερεύοντα αν δεν υπήρχε ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο κι αν το έργο δεν ήταν καμωμένο πάνω του αλλά κι αν ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν με τόσο κέφι στο κάλεσμα της Νάνσυ Μέγιερς η οποία αυτή τη φορά δεν είχε κατά νου την Μέρυλ Στριπ ή την Νταιάν Κίτον αλλά ένα άντρα πρωταγωνιστή μεγάλου διαμετρήματος. Ο Ντε Νίρο ύστερα από κάποια κάμψη που σημείωσε παίζοντας ασταμάτητα αλλά κι αλόγιστα σε ό, τι παρουσιαζόταν μπροστά του, εδώ ξαναβρίσκει την πρωταγωνιστική φόρμα του. Και ΤΙ φόρμα! Καταρχάς κωμική. Πως ήταν στο «Ανάλυσε το» όπου είχε δείξει τι εκπληκτικός μπορεί να είναι και στην κωμωδία; Κάτι τέτοιο - Αν κι εδώ που τα λέμε ο Ντε Νίρο την κωμικότητα την είχε δείξει από νωρίς, είτε στο «Νέα Υόρκη Νέα Υόρκη» ή στο «Βασιλιάς για μια νύχτα» το οποίο υποτίθεται πως είχε κάνει ο Σκορσέζε για να δείξει ως δραματικό ηθοποιό τον Τζέρυ Λιούις και το μόνο που είχε καταφέρει ήταν να αναδείξει σε κωμικό τον Ντε Νίρο.
Σε τούτη την ταινία είναι για να τον χαζεύεις. Μπορείς να τη δεις ακόμα και χωρίς να σκέφτεσαι την υπόθεση, έχοντας καρφωμένο το μαγνητισμένο βλέμμα σου πάνω του. Μα πως παίζει. Με τι χάρη. Με τι μέτρο. Με τι εκτόπισμα. Μα και με τι γοητεία. Σαν να έχει ξανανιώσει. Αφήστε που κάνει και μια κωμική εκδοχή του «are you talking to me?» σε ηλικιωμένη βερσιόν, σαν ένα δώρο στους θεατές που τους έχει κατακτήσει με την καλοκάγαθη ιλαρότητα του. Είναι τόσο ξανανιωμένος ώστε περιμένεις από στιγμή σε στιγμή να ξεσπάσει αίσθημα ανάμεσα σε αυτόν και στη νεαρή ΑΝΝ ΧΑΘΑΓΟΥΑΙΗ που παίζει τον κεντρικό γυναικείο ρόλο κι η οποία είναι καλή ηθοποιός και ιδεώδης παρτενέρ για τον Ντε Νίρο στην ταινία αυτή. Μα και με την ΡΕΝΕ ΡΟΥΣΟ όταν προκύπτει το αίσθημα, πάλι κανονικό είναι, πάλι μια ωραία γυναίκα βλέπουμε πως κατακτήθηκε από ένα άντρα που δεν παριστάνει το γόη ούτε ψευτονεάζει , μια γυναίκα οπωσδήποτε πιο μεστή αλλά είναι τόσο αναμενόμενο ότι ο άντρας αυτός τη γοήτευσε χάρη στην προσωπικότητα του και στην εμβέλεια του. Αυτός είναι ο Ντε Νίρο. Ένα χάρμα ιδέσθαι .
Το υπέροχα φωτισμένο νεουορκέζικο περιβάλλον, οι παλιές αποθήκες που έχουν μεταβληθεί σε σύγχρονα «εκδοτήρια» ιστοσελίδων, η όλη σκηνογραφική αντίληψη είναι απολύτως συνυφασμένα με τα πρόσωπα και με το περιεχόμενο της κομεντί όπου το καινούργιο έχει τρυπώσει ή έχει σκεπάσει το παλιό αλλά που η συνύπαρξη των μεν με τους δε, μπορεί και κάνει τη ζωή πιο ωραία.
Λίγη ψυχαγωγία αδέρφια.