Γεγονός είναι πως δεν είναι εύκολο να μιλάμε για λογαριασμό τρίτων. Πάντως, εκ των πραγμάτων, «Ο ΚΑΛΟΣΑΥΡΟΣ» έχει γίνει για να το δουν παιδιά και του φαίνεται.
Είναι έξοχα γραμμένο και κινηματογραφημένο κι η ιστορία διατυπώνεται ως πολύ παιδική, πολύ συναισθηματική, κι έμμεσα διδακτική χωρίς να ξεπέφτει στην κατήχηση.
Το πρόβλημα μου είναι πως ο αντίπαλος του δεν είναι ο «μικρός πρίγκιπας» αλλά ένα που βγήκε στην αρχή της σαιζόν, το «Τα μυαλά που κουβαλάς» και το χαρακτηρίζω «αντίπαλο» επειδή προέρχονται από το ίδιο στούντιο. Την «Pixar».
Οπου, τόσο στο τωρινό όσο και στο άλλο των αρχών φθινοπώρου, διαπιστώσαμε περίσσευμα μυαλού και καλών ιδεών, πληθωρικότητα ταλέντου σε πολλούς τομείς. Η διαφορά είναι πως στα «Μυαλά που κουβαλάς» μείναμε έκθαμβοι από τη σύλληψη, το ψάξιμο αλλά και το βάθος κι από το γεγονός στην τελική πως κατόρθωσαν να κάνουν κινούμενο σχέδιο που να μπορούν να το εισπράξουν και τα μικρά παιδιά μέσα από πράγματα που δεν μας έχει συνηθίσει , όχι μόνο το είδος αλλά γενικότερα η σεναριογραφία- δηλαδή θα αναγκαζόμουν να καταφύγω σε κάτι αυστηρά καλλιτεχνικό και δύστροπο για να βρώ ομοιότητες σύλληψης και θα εννοούσα την ταινία του Αλαίν Ρεναί «Ο θείος από την Αμερική» όπου μόνο εκεί θυμάμαι να έχω δει μια σεναριακή έρευνα πάνω στο πως συμπεριφέρεται ο ανθρώπινος οργανισμός και πως το εξωτερικεύει ως «ανθρώπινη συμπεριφορά» στους γύρω του.. Και ξαφνικά, να το βλέπω σε κινούμενο σχέδιο, και μάλιστα σε αίθουσα γεμάτη πιτσιρίκια που να γελάνε και να χειροκροτούν, ε, πώς να μη μείνω έκθαμβος;
Ενώ στον «Καλόσαυρο», θαύμασα τη δουλειά, τη σεναριακή αφήγηση, τα κινούμενα σχέδια και τα χρώματα στις αποχρώσεις του πράσινου της ελεύθερης φύσης αλλά δεν κρύβω ότι μου φάνηκε και πιο «πατενταρισμένο»
Οι δεινόσαυροι είναι πλέον κάτι οικείο στα πιτσιρίκια αλλά και σε μας από τότε που ανέλαβε ο Στίβεν Σπίλμπεργκ να μας κάνει το «Τζουράσικ Παρκ» κι η επιτυχία του υποχρέωσε σε συνέχειες ή και σε μιμήσεις από άλλους και μετά μπήκαν στη μέση και τα «καρτούν»
Αρα, εδώ καταρχήν δεν έχω να εντυπωσιαστώ από πρωτοτυπία.
Η ιστορία έχει βαθμό συγκίνησης. Μας βάζει το υποθετικό ερώτημα περί της εξαφάνισης των δεινοσαύρων κι αφήνει να εννοηθεί πως αν δεν είχε πέσει εκείνος ο αστεροειδής που τους εξαφάνισε από προσώπου γης, δεινόσαυροι κι άνθρωποι θα μπορούσαμε να ζούμε παρέα και να μην πειράζει ο ένας τον άλλο. Και παρακολουθούμε την παράξενη συνεύρεση ενός δεινόσαυρου παρέα με ένα πιτσιρίκι –άνθρωπο που μοιάζει με τον …. «Μόγλη» ενώ ο δεινόσαυρος που προσφέρει φιλία στο παιδί, έχει καταβολές από τον «Βασιλιά των λιονταριών».
Στο σημείο αυτό αρχίζω να αναρωτιέμαι αν η αφήγηση είναι πράγματι για θαυμασμό ή μήπως γίνεται κι αυτό από βιασύνη επειδή το κινούμενο σχέδιο είναι μια τέχνη με δικούς της κώδικες και κανόνες και με καλή προαίρεση ξεκινάμε να τα δούμε όλα πιο θετικά, επειδή εμείς, τουλάχιστον οι θεατές ή οι ΚΡΙΤΙΚΟΊ, δεν κατέχουμε την Τέχνη παρά μόνο την σχολιάζουμε. Η την απολαμβάνουμε. Κι απολαμβάνουμε τη φαντασία που θεωρούμε ότι καταθέτει κάποιος που εμείς δεν διαθέτουμε.
Διότι, σιγά σιγά αρχίζω να σκέφτομαι πως μάλλον επειδή φέρει το έμβλημα της «Pixar» πρέπει να του βρούμε κι ένα καλό λόγο. Α, όχι! Ξαφνικά θεωρία του auteur και στο κινούμενο σχέδιο μέσω εταιρείας; Για το Θεό, ΟΧΙ!
Θα γίνω Τσίπρας και θα καταφύγω και πάλι στο λαό, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι τα παιδιά. Και θα το κάνω αφενός από δικό μου αδιέξοδο, επειδή όσο προχωρά η ταινία κάνω μερικές από τις παραπάνω σκέψεις κι η μία σκέψη φέρνει την άλλη κι αρχίζω να θυμάμαι και κάποια αρνητικά σχόλια που είχαν διατυπωθεί στην Αμερική όταν βγήκε, όπως επίσης και το γεγονός πως η «Pixar» εδώ δεν έκανε το «jackpot» των εισπράξεων. Αφετέρου θα το κάνω με καθαρή συνείδηση διότι τα κινούμενα σχέδια γίνονται για να τα απολαύσουν παιδιά. Θα τους πετάξω, λοιπόν, αναγκαστικά το μπαλάκι διότι ΤΙΠΟΤΕ ΜΑ ΤΙΠΟΤΕ από όσα γράφω, δεν θα τολμούσα να το πω σε παιδί το οποίο θα με κοίταζε περίεργα και θα αναρωτιόταν αν είμαι «βλαμμένος». Το μπαλάκι που τους πετώ αφορά στο αν αυτά που πηγαίνουν στην ταινία γοητεύονται, μαγεύονται, συγκινούνται, ναι, με ενδιαφέρει ο λόγος τους. Διότι αν αυτά κατακτούνται από τα χρώματα και τα σχέδια κι από τη συγκινητική ιστορία της φιλίας ενός δεινόσαυρου με ένα …. Μόγλη, ο δικός μου κριτικός λόγος περιορίζεται σε σημασία, μένει μόνο στο αν Ο «Καλόσαυρος» μπορεί να χτυπήσει στα Οσκαρ το «τα μυαλά που κουβαλάς». Για να αποφύγω κι αυτό, απαντώ πως «δεν έχω δει ακόμα την «Anomalisa».
Κι εδώ πλέον, ξεπερνώ και τον Τσίπρα.
Όχι για τίποτε άλλο μα επειδή υπάρχει κανόνας στην Τέχνη πως αν ένα έργο λειτουργεί ως αυτό που είναι τότε καλώς καμωμένο. Τα υπόλοιπα θα είναι φιλολογία.