Δεν μπόρεσα να το δω το φιλμ ως τίποτε άλλο πέρα από ένα ακόμα publicityτης ΑΝΖΤΕΛΙΝΑ ΤΖΟΛΙ όπου εδώ ακουμπά στο ζευγάρι της με τον ΜΠΡΑΝΤ ΠΙΤ και το πώς επιχειρεί να γίνει η «Τέιλορ» της εποχής μας. Ως σύγχρονη «Λιζ» , το βλέπει και ως σκηνοθέτης, μια και σε αυτή την περίοδο το απόλυτο control για τις σταρ που επιζητούν δημοσιότητα είναι να κάνουν και τις σκηνοθέτες. Στον καιρό της Λιζ τα πράγματα ήταν πιο ξεκάθαρα κι η Ελίζαμπεθ Τέιλορ δεν θα έκανε ποτέ της τέτοιο λάθος διότι οι καταστάσεις κι οι αρμοδιότητες ήταν απολύτως διαχωρισμένες αλλά υπήρχαν και τα studio.
Ως σκηνοθέτης η Αντζελίνα δεν είναι «κακή» με την έννοια ότι κάνει ταινίες «οργανωμένες», προσεγμένες, που δεν φέρουν όμως καμία σκηνοθετική υπογραφή κι αν δεν κοιτάξεις τα credits, θα μπορούσε να διευθύνει την ταινία ο οποιοσδήποτε.
Στη συγκεκριμένη ταινία η «Αντζελίνα» κάνει πιο αισθητή την παρουσία της από ότι σε άλλες σκηνοθεσίες της διότι όλο είναι επικεντρωμένο στο ζευγάρι της.
Το οποίο δηλώνεται «έξυπνα» ή «πονηρά» με το να το στείλει για διακοπές στη Γαλλία όπου σύμφωνα με τους υπολογισμούς της το ΟΚ των Γάλλων είναι πάντα αποτελεσματικό κι η Αντζελίνα, στα πλαίσια του publicity θέλει και το σοφιστικέ της.
Κι η Τέιλορ τα ήθελε αυτά αλλά εκείνη ήταν πολύ μεγάλη προσωπικότητα και το star της, όπως και το star performance της, ήξερε να τα εμπλουτίζει με σοβαρές υπογραφές, με το δόγμα που ακολούθησε κι η Βουγιουκλάκη στην Ελλάδα «έχει σημασία ποιος σε υπογράφει». Η Τέιλορ για την ενίσχυση της προσωπικότητας της ήταν παρέα με τις μεγαλύτερες και πιο τολμηρές προσωπικότητες των δεκαετιών που της βγήκε η Παναγία στη δουλειά: Από Τενεσί Γουίλιαμς και Τρούμαν Καπότε μέχρι Μικ Tζάγκερ, Beatles,Ντέηβιντ Μπάουι κλπ, κλπ. Από Μαρκησία Ντε Νόμπιλις και Φράνκο Τζεφιρέλι μέχρι μια σειρά εκ των μεγαλυτέρων σκηνοθετών του Χόλυγουντ που υπέγραφαν τις καλές ταινίες, παίζοντας μέχρι και Σαίξπηρ και με καλά αποτελέσματα, και συγχρόνως είχε και τους άλλους να της κάνουν εκείνα που θα πρόβαλαν μόνο τη λάμψη της, τα χτενίσματα της κλπ. Το σοφιστικέ παιχνίδι το έπαιζε με δυνατούς κανόνες publicity κι ενίσχυε το star performance της με ρόλους δυνατούς, όταν δεν γύριζε τις εν γνώση της ανοησίες. Κι είχε από δίπλα και τον Ρίτσαρντ Μπάρτον που ερχόταν από το αγγλικό θέατρο και τους μεγάλους ρόλους αλλά του άρεσαν και το Χόλυγουντ και το σταριλίκι, όπως και στην Ελλάδα άρεσαν αυτά και του Παπαμιχαήλ-μέχρις ενός σημείου.
Η Τζολί που επιχειρεί να διαδεχθεί την Τέιλορ στο publicity, δεν το κάνει έτσι διότι δεν υπάρχουν και τα στούντιο και πρέπει να τρέχει μόνη, μας απασχολεί κι αυτή όπως κι η Τέιλορ με τις εγχειρήσεις της ή την επισφαλή υγεία της, με τα φιλανθρωπικά της και με τέτοια, με τον σούπερ σταρ Μπραντ Πιτ για άντρα της. Μόνο που δεν είναι θυελλώδες ζευγάρι όπως ήταν ΕΚΕΙΝΟΙ ΟΙ ΔΥΟ ΟΙ ΜΥΘΙΚΟΙ, τα «άκρα» τους» είναι πολύ περιορισμένα. Κι επιπλέον δεν έχει ούτε έργα ούτε ρόλους ούτε μεγάλους σκηνοθέτες , πλην ελαχίστων, που να την υπογράφουν, και τα κάνει μόνη της.
Με βάση λοιπόν αυτά τα …ολίγα έκανε το «ΔΙΠΛΑ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ». Ως φροντισμένη παραγωγή, έχει εξαιρετική φωτογραφία του Αυστριακού ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΜΠΕΡΓΚΕΡ (της «Λευκής κορδέλας») και κάποιους ενδιαφέροντες χώρους στη Γαλλία, όπου το ζεύγος πάνε να αράξουν ώστε να ηρεμήσουν αλλά και να τα βρουν μεταξύ τους όπου εκείνη δεν ξέρει τι θέλει κι είναι συνεχώς μέσα στην γκρίνια και την άρνηση ενώ εκείνος υποτίθεται είναι συγγραφέας που δεν του βγαίνει το καινούργιο βιβλίο και θέλει να ξεκουραστεί στο γαλλικό ψαροχώρι και να γράψει.
Κι εμφανίζεται κι ένα ζευγάρι Γάλλων, για να περάσει το φιλμ και στη γαλλική αγορά, κι όταν βρίσκονται τα δύο ζευγάρια, ως μακρινή, ωχρή και τελικώς αγνώριστη του «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ;» ανταύγεια, λένε γαλλικού τύπου παρόλες περί ανταλλαγής ζευγαριών ακόμα και παρτούζας αν και αποφεύγουν να την ονοματίσουν..
Ας πούμε , η Τέιλορ με τον Μπάρτον, σε κάτι αντίστοιχο είχαν για σκηνοθέτη τον ΒΙΝΤΣΕΝΤΕ ΜΙΝΕΛΙ και για σεναριογράφο τον ΝΤΑΛΤΟΝ ΤΡΑΜΠΟ κι έκαναν το «ΠΥΡΓΟΣ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ» όπου βλέπαμε προβεβλημένο το ζευγάρι τους αλλά μέσα σε ρόλους, εκείνη ως «μπήτνικ» ζωγράφο του Σαν Φραντσίσκο κι εκείνον ως παντρεμένο ιερέα που κολάζεται διπλά εξ αιτίας της. Ηταν άλλο έργο και το publicity επειδή περνούσε από υπογραφές, αποκτούσε ουσία. Ακόμα κι όταν έκαναν «κουλτουριάρικη» απόπειρα που κατέληξε αποτυχημένη αλλά ήταν δύσκολη εξ αρχής μα ήθελαν να το τολμήσουν, έκαναν τον «ΑΝΕΜΟΔΑΡΜΕΝΟ ΛΟΦΟ» (Boom) από θεατρικό (έστω κι άλλα αντ’άλλων) του ΤΕΝΕΣΙ ΓΟΥΛΙΑΜΣ , με σκηνοθέτη τον ΤΖΟΖΕΦ ΛΟΟΥΖΥ, συνεργάτη τον ΝΟΕΛ ΚΑΟΥΑΡΝΤ και παραγωγό τον ΚΑΡΛΟ ΠΟΝΤΙ διότι ήθελαν Ευρώπη για λόγους και καλλιτεχνικούς αλλά και δημοσιοσχετίστικους. Κακή ταινία αλλά κάπου όλοι αυτοί, έβγαζαν ένα «κάτι» κι όλο μαζί δήλωνε μια άλλου τύπου «αλήθεια»
Εδώ, χωρίς να μιλάμε για κάτι «κακό», μιλάμε για κάτι που δεν έχει ουσία, που δηλώνει «ψεύτικο» εξ αρχής και σε όλη τη διάρκεια, που ο τρόπος με τον οποίο επαναπροβάλλει το ζευγάρι της με τον Μπραντ καταλήγει να μην αφορά κανέναν. Διότι το ζευγάρι αυτό ως ζευγάρι δεν κινεί ούτε την κουτσομπολίστικη περιέργεια. Κι επιπλέον δεν έχουν «συνδεθεί» ως κινηματογραφικό ζευγάρι, έχουν κάνει μόνο μια ταινία μαζί, το «Ο κύριος κι η κυρία Σμιθ» που ήταν μια σαχλαμάρα και δεν την υπέγραφε και κανένας. Είναι ένα ζευγάρι των περιοδικών, των κόκκινων χαλιών και των φωτογραφιών, που τους είδαμε και τους ξανάδαμε να ποζάρουν,. Τους ακούσαμε να κάνουν δηλώσεις για τα μεταξύ τους γύρω από τα προβλήματα υγείας της Αντζελίνα ή για τα υιοθετημένα παιδιά, αλλά δεν λαχταρήσαμε να τους δούμε μαζί διότι δεν άφησαν καλή εντύπωση την πρώτη κινηματογραφική φορά ώστε να περιμένουμε και την επόμενη. Κι η χαμηλή εισπρακτική κυκλοφορία των συνευρέσεων τους , ειδικά της τωρινής ταινίας, δεν δείχνει ότι ο κόσμος περιμένει με αγωνία (δεκάρα δεν δίνει) για το νέο φιλμ του ζεύγους «Τέιλορ-Μπαρτον». Διότι οι καιροί έχουν αλλάξει, «Τέιλορ» η Αντζελίνα δεν είναι, κι ο σημερινός κόσμος τσιμπά άλλα δολώματα για publicity.
Ετσι, το «Δίπλα στη θάλασσα» πήγε για την Β’ Προβολή. Αν αντί να το σκηνοθετήσει η Τζολί, το είχαν αναθέσει σε κάποια σύγχρονη «μούρη» είτε του Χόλυγουντ είτε της Ευρώπης, όπως θα έκαναν οι άφθαστοι προκάτοχοι τους, ίσως μιλούσαμε , ακόμα και σε περίπτωση αποτυχίας, για ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΗ, έστω, αποτυχία. Εδώ δεν μιλήσαμε για τίποτα.