Οντως είναι ενδιαφέρουσα περίπτωση, στην Αμερική του 1961, όπου ο ρατσισμός εξακολουθεί να ισχύει κανονικότατα με συνθήκες κανονικού «απαρτχάιντ» για τους μαύρους Αμερικανούς που αντιμετωπίζονται σαν «ζώα», με ξεχωριστές τουαλέτες, με ξεχωριστές θέσεις στα λεωφορεία κλπ, κλπ, τρεις μαύρες γυναίκες να προσλαμβάνονται στη NASAως μαθηματικές ιδιοφυίες . Σε μια εποχή που η Αστροναυτική, τουλάχιστον στις ΗΠΑ (διότι στη Σοβιετική Ενωση υπήρχε η Βαλεντίνα Τερέσκοβα που εκτοξεύτηκε στο διάστημα το 1963) δεν είχε ανοιχτές τις πόρτες για τις γυναίκες γενικώς, πόσο μάλλον για τις έγχρωμες.
Και να βρισκόμαστε στο 1961, όπου υπάρχει από την άλλη Ψυχρός Πόλεμος, οι Σοβιετικοί έχουν εκτοξεύσει τον Γιούρι Γκαγκάριν που θα γίνει θρύλος, ο ανταγωνισμός υποχρεώνει τους Αμερικάνους να ανασκουμπωθούν και κάπως έτσι προφανώς, έκαναν τα στραβά μάτια στο χρώμα των τριών γυναικών και τις προσέλαβαν για τα μαθηματικά τους προσόντα και προπάντων για την ευφυία τους.
Όμως και που τις προσέλαβαν, με τη συμπεριφορά τους τις προσέβαλαν. Σε κάθε δεδομένη ευκαιρία. Στην εκτός ΝASA ζωή τους ήταν τρεις μαύρες και τίποτε άλλο μα κι εντός διαστημικού σταθμού δεν έπαυαν να είναι μαύρες ακόμα κι όταν τους ζητούσαν λύση από τις ιδιοφυίες τους.
Λέγεται μάλιστα πως αυτή η ιστορία δεν είχε γίνει καν γνωστή κι ήρθε στο φως όταν η συγγραφέας ΜΑΡΓΚΟ ΛΗ ΣΕΤΕΡΛΥ την «ανακάλυψε» σε δική της έρευνα εκ των υστέρων (η συγγραφέας δηλώνει γεννημένη το 1969, πολλά χρόνια δηλαδή μετά την εκτύλιξη της ιστορίας), την έγραψε σε βιβλίο κι έτσι το θέμα έγινε γνωστό.
Η περίπτωση λοιπόν είναι που παρακίνησε το ενδιαφέρον τόσο της συγγραφέως όσο και των κινηματογραφιστών για τη μετατροπή του σε σενάριο και τη μεταφορά του σε φιλμ. Οπότε, αυτό που καλείται ο θεατής να δει είναι τι άλλο παρά η περίπτωση. Για την περίπτωση δουλεύουν όλοι αλλά δουλεύουν πολύ φιλότιμα.
Καταρχάς, με τη λέξη «περίπτωση» συνηθίζουμε να εννοούμε πως δεν έχουμε μπροστά μας μεγαλόπνοα έργα, που εμπνεύστηκαν από κάτι κι έφτιαξαν το δικό τους καλλιτεχνικό όραμα. Όμως, από την άλλη, όταν η «περίπτωση» δουλευτεί με κόπο και μεράκι, με ζήλο και θέρμη, με πάθος αληθινό απέναντι στο θέμα κι ας ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την προβολή και μόνο του θέματος, τότε μπορεί να έχουμε κι έργα που να αποδείξουν μεγάλη αντοχή ακόμα και στο χρόνο σαν να επρόκειτο για ποιητικά δημιουργήματα. Ένα τέτοιο παράδειγμα, ας πούμε, είναι «ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΑΝΝΥ ΣΑΛΙΒΑΝ» που ακριβώς αυτό κάνει, δραματοποιεί μια περίπτωση: Της δασκάλας που ερχόταν από τον κόσμο των αναξιοπαθούντων κι έδινε πνοή ζωής στην κωφάλαλη και τυφλή Ελεν Κέλερ. Κι όμως, το έργο αυτό του Ουίλιαμ Γκίμπσον είτε ως θεατρικό είτε στην κινηματογραφική του μορφή, εξακολουθεί και παίζεται και φιλοξενείται στα θεατρικά ρεπερτόρια.
Με όλα τα θετικά και ζεστά που ανέφερα παραπάνω έχει δουλευτεί το θέμα από τους σεναριογράφους ΑΛΙΣΟΝ ΣΡΕΝΤΕΡ και ΤΗΟΝΤΟΡ ΜΕΛΦΙ (ο δεύτερος είναι κι ο σκηνοθέτης του φιλμ) κι έχουν κτίσει υποδειγματικά τις ανθρώπινες λεπτομέρειες σε συνύφανση με το ίδιο το γεγονός. Κυριολεκτικά πρόκειται για συνύφανση, σαν ύφανση σε διπλό αργαλειό, οι ανθρώπινες λεπτομέρειες και το θέμα.
Διότι τις τρεις γυναίκες τις βλέπουμε μέσα στο διαστημικό σταθμό και στην υπηρεσία, τις βλέπουμε στην έξω ζωή, τις βλέπουμε στα σπίτια τους, στις προσωπικές τους σχέσεις, στις μεταξύ τους σχέσεις τόσο εντός όσο κι εκτός υπηρεσίας, έχουμε δει το παρελθόν της κάθε μίας ώστε να εξηγείται του ποια είναι η κάθε μία και πως βρέθηκε εκεί μέσα κι έχουμε και το θέμα που τρέχει, με τα διαρκή εμπόδια και την τελική λύση που κάπου είναι κανονισμένο να οδηγηθεί!
Εχουμε δηλαδή ένα πολύ καλό σενάριο. Θα τολμούσα να μιλήσω και για υποδειγματικό σενάριο τουλάχιστον απευθυνόμενος στους δικούς μας διότι βλέπω σε σενάρια να αγνοούνται βασικοί κανόνες. Κι από πάνω οι κριτικοί να τα επιβραβεύουν.
Θα γελάσω πολύ δηλαδή (το θα γελάσω είναι σχήμα λόγου) αν ακούσω για απαξιωτικές κριτικές αυτής της ταινίας από κριτικούς που βράβευσαν ως καλύτερη ελληνική του 2016 το «Suntan». Το σενάριο του οποίου, πολύ απλά σας το λέω, αν τους είχαν βάλει εργασία σε σχολή κινηματογραφική του εξωτερικού και παρουσιαζόταν τέτοιο σενάριο θα το έδιναν του σπουδαστή για διόρθωση: Να φτιάξει επειγόντως παρελθόν τον ήρωα του.
Υπάρχει βασικός σεναριακός κανόνας που μιλά για την ηλικία του ήρωα ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ και για την ηλικία ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ. Ότι οι ήρωες, οι χαρακτήρες δηλαδή, έρχονται στα σενάρια όχι με αλεξίπτωτο αλλά με παρελθόν. Κι αυτό το παρελθόν είναι που τους μεταβάλει σε χαρακτήρες και με βάση τον χαρακτήρα πορεύονται στο story του σεναριογράφου.
Εδώ , στις «ΑΦΑΝΕΙΣ ΗΡΩΙΔΕΣ», όλες οι γυναίκες έχουν παρελθόν πριν αρχίσει το έργο, μαθαίνουμε για το παρελθόν τους εκείνα που είναι απαραίτητα ώστε να δούμε τους χαρακτήρες πλέον ως χαρακτήρες πως συμπεριφέρονται στη συγκεκριμένη ιστορία. Και φυσικά, οι σεναριογράφοι δεν αφήνουν πτυχή τους ανεκμετάλλευτη, ακόμα και την προκατάληψη των ομοχρώμων ανδρών τους βλέπουμε απέναντι στη γυναικεία τους υπόσταση, μαζί με όλα τα άλλα που ανέφερα πιο πάνω.
Σκηνοθετικά δεν μιλάμε για κάτι ιδιαίτερο μια κι η όλη φροντίδα είναι να φανεί και να φωτιστεί η περίπτωση. Υπάρχει φροντίδα στην παραγωγή για αυτό, υπάρχουν διδάγματα από το κινηματογραφικό παρελθόν που μπορούν να χρησιμεύουν κι ως δάνεια είτε από το «Απόλλων 13» (λιγότερο) είτε από το «Οι κατάλληλοι άνθρωποι» περισσότερο, ιδίως όλη η σεκάνς με την εκτόξευση του Τζον Γκλεν στο Διάστημα, πολύ καλά ζυγισμένα, πολύ διακριτικά, περισσότερο μοιάζουν με διδαχές παρά με δάνεια (όχι ότι το δάνειο είναι κάτι κακό, αντίθετα είναι κάτι απολύτως νομιμοποιημένο), με καλή παραγωγή στην αναπαράσταση εποχής, κυρίως στα κοστούμια, και με καλές ερμηνεύτριες.
Σαφώς και ξεχωρίζει η ΟΚΤΑΒΙΑ ΣΠΕΝΣΕΡ διότι από τις τρεις και προπάντων από την φερόμενη ως πρωταγωνίστρια μια κι είναι η επικεφαλής του τρίο ΤΑΡΑΤΖΙ ΧΕΝΣΟΝ, είναι η πιο λιτή, η πιο εσωτερική, η πιο ζυγισμένη και δεν θυμίζει σε τίποτε τον εαυτό της από τις «Υπηρέτριες» ας πούμε. Η Ταράτζι Χένσον είαι καλή ηθοποιός αλλά το φωνάζει λίγο παραπάνω, είναι κι ο ρόλος βέβαια τέτοιος αλλά έχει να κάνει και με το ότι η ηθοποιός επιλέγει αυτή την «πληθωρικότητα» ενώ στη μεγάλη σκηνή ξεσπάσματος για τα δικαιώματα της, δεν ηλεκτρίζει, δεν διαπερνά το ανάλογο ρίγος. Η τρίτη της παρέας, η ΤΖΑΝΕΛ ΜΟΝΑΕ, είναι η όμορφη, το ίδιο κι ο «δικό της» ΑΛΝΤΙΣ ΧΟΤΖ.
Πολύ ωραίες κι οι νότες των ανδρών, ως νότες χρησιμοποιούνται, νότες στη ζωή των γυναικών, ο καινούργιος μας ΜΑΧΕΡΣΑΛΑ ΑΛΙ, ο παλιός μας κι υπέροχος εδώ ΚΕΒΙΝ ΚΟΣΝΕΡ, κι οι άλλοι ηθοποιοί στους σύντομους ρόλους τους που είναι στις προσταγές του πλήρους σεναρίου, ακόμα κι όταν οι ρόλοι είναι σύντομοι