Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κινεί «υποψίες» σχετικά με μαθητική προσέγγιση ενός είδους που έχει βγάλει κολοσσιαία φιλμ στο αμερικανικό σινεμά κι ελκύει μιμητές.
Τις προθέσεις του δεν τις γνωρίζουμε, οι υποψίες είναι εκείνων που βλέπουν ταινίες.
Όμως ο πρωτοεμφανιζόμενος στις ταινίες μεγάλου μήκους Φινλανδός επιφύλασσε μια έκπληξη. Δεν είχε σχέση με εκείνα παρά μόνο ως προς το μαυρόασπρο, από πλευράς ύφους, και με το «Ρόκυ» από πλευράς περιεχομένου, ως προς ένα αλλά βασικό σημείο, από το χώρο που δίνει στην «Αντριαν», όπως έλεγαν την κοπέλα του Ρόκυ. Ετσι κι εδώ δίνει πολύ χώρο στην κοπέλα του ήρωα κι αυτό μας πάει αλλού από εκείνα που περιμέναμε. Κυρίως αν δεν είχαμε πληροφορηθεί τα της βιογραφίας του.
Είναι αληθινό πρόσωpο ο Ολι Μάκκι, Φινλανδός πρωταθλητής στα 60ς, 1962 συγκεκριμένα, και ίσως μάλλον για αυτό να επέλεξε ο σκηνοθέτης τα ασπρόμαυρο και λιγότερο για την παραπομπή στην αμερικάνικη , πλην «Ρόκυ», παράδοση που θέλει το πυγμαχικό φιλμ ως επί το πλείστον ασπρόμαυρο. Ο πρωταθλητής εκείνος ενώ πήγαινε για τα διεθνή, στο δεύτερο γύρο αποφάσισε να τα βροντήξει.
Κι η περίπτωση του συγκίνησε προφανώς τον σκηνοθέτη ο οποίος θέλησε να κάνει ένα φιλμ για αυτόν και προφανώς τον παρακίνησε το συναισθηματικό στοιχείο στην περίπτωση του συγκεκριμένου πυγμάχου. Το οποίο ξετυλίγεται σιγά σιγά, ενώ δείχνει τον περίγυρο, το περιβάλλον του ήρωα του, τον συνδέει με το κοινωνικό πλαίσιο, όχι έντονα όπως στια αμερικάνικες ταινίες και ειδικότερα στον «Ρόκυ», του προβάλλει το στοιχείο της ανάδειξης, της αναγνώρισης, της διαφυγής από τη μετριότητα, τις υποσχέσεις για καριέρα και τελικά την παρουσία της κοπέλας που στη ζωή του αποδεικνύεται πιο σημαντική.
Αυτό είναι και το στοιχείο που κάνει το φιλμ κάτι διαφορετικό, κάτι αυτόνομο, κάτι δικό του Βέβαια δεν μιλάμε για μεγάλο φιλμ, ούτε για ξεχωριστή παγκόσμια στιγμή του είδους, είναι, όμως, μια ξεχωριστή πινελιά στο είδος.
Λέω πως δεν μιλάμε για μεγάλο φιλμ επειδή οι συγκρούσεις δεν είναι τόσο δυνατές όσο οι αποφάσεις που παίρνονται. Το ήθελε όμως ήρεμο και γλυκό ο σκηνοθέτης, αυτό είναι δικαίωμα του, κι ως τέτοιο το υπηρέτησε πιστά. Κι έδειξε πως διαθέτει τα κάποιου τύπου προσόντα.
Η μαυρόασπρη φωτογραφία είναι εξαιρετικά υποβλητική κι είναι ένα ασπρόμαυρο που έχει φωτιστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να προβάλει περισσότερο το γκρίζο και το ασημένιο ως αποχρώσεις παρά το το μαύρο με τις φωτοσκιάσεις. Προφανώς επειδή η διάθεση της ταινίας δεν είναι «συνωμοτική» για τον βρώμικο κόσμο του σπορ και καλά ή για στημένα παιχνίδια ή για απειλές με τη βία να καραδοκεί, δεν έχει σκοπό να «μαυρίσει» τη διάθεση του θεατή παρόλο ότι αυτό θα το ανακαλύψει ο θεατής αφού μπει στην αίθουσα κι αφού περάσει αρκετή ώρα.
Ο προορισμός του είναι τα «art houses», όχι τόσο επειδή είναι κομμάτι ιδιαίτερο της Τέχνης όσο επειδή η φινλανδική του προέλευση, η απουσία ονομάτων, το μαυρόασπρο ύφος κι η απουσία δυνατών συγκρούσεων είναι στοιχεία που γίνονται πιό ανεκτά στην καλλιτεχνική» αίθουσα επειδή πολλοί παραπληροφορημένοι από μερίδα της κριτικής, θεωρούν την δραματική κορύφωση «ύποπτη». Προφανώς κι από επιλογή, τα αφήνει όλα για το φινάλε, αφήνει το φινάλε να δώσει την τελική αίσθηση της γλύκας, εξού και πουθενά για την ώρα δεν διάβασα τίποτα για το «τρισκατάρατο» happy-end, που με ευκολία το χρεώνουν αποκλειστικά στο Χόλυγουντ (κι αν βάλουμε κάτω τις ταινίες θα διαπιστώσουμε ότι κι αυτό είναι ένας από τους μύθους).. Αν και με εξωκινηματογραφικά κριτήρια συζητώντας κάποιοι δεν είμαι σίγουρος αν θα δεχτούν την απόφαση του ήρωα κι αν ένα τέτοιο end στη σταδιοδρομία του θα το θεωρήσουν και happy.
Καλοί οι ηθοποιοί στους ρόλους τους αλλά δεν έχουν εκείνο το χάρισμα, του να καταγράφονται μέσα σου.