Τα λέω αυτά επειδή στο άλλο έργο της ίδιας εβδομάδας, το «ΕΓΩ Η ΤΟΝΙΑ», είχα γράψει κάποιες επιφυλάξεις σχετικά με το ότι είχαν επιλέξει μια αντιπαθή ηρωίδα να την κάνουν ταινία, ότι είχαν επιλέξει ως κεντρικό πρόσωπο το θύτη κι όχι το θύμα. Κι αυτό δεν θα πείραζε αν σεναριακά η περίπτωση της ήταν ολοκληρωμένη οπότε το έργο θα έκλεινε με κάθαρση πάνω στ κεντρικό πρόσωπο.
Στο «THE DISASTER ARTIST» συμβαίνει το , από ΘΕΤΙΚΗ σκοπιά, ακριβώς αντίθετο. Ο ήρωας είναι ένας απόβλητος, ένας παλαβιάρης που σε πολλές σκηνές (θαυμάσια γραμμένες) μπορεί κι οι ίδιοι οι θεατές να αναρωτηθούμε «μα είναι στα καλά του;», όμως η σεναριακή επεξεργασία και προσέγγιση έρχεται και τον δικαιώνει κινηματογραφικά και καλλιτεχνικά. Χώρια ότι για μια μερίδα θεατών είναι δικαιωμένος κι ο αληθινός ήρωας αφού επρόκειτο για τον πιο ατάλαντο σκηνοθέτη-παραγωγό-σεναριογράφο-ερμηνευτή κι όμως εκείνο το έργο που έκανε και τον κατέστησε γνωστό κατέληξε «cult». Η ταινία εκείνη ήταν το «ΤΗΕ ROOM» και μην το συγχέουμε με το άλλο «Room» του ΛΕΝΥ ΑΜΠΡΑΜΣΟΝ που χάρισε το Οσκαρ ερμηνείας στην πρωταγωνίστρια ΜΠΡΙ ΛΑΡΣΟΝ.
Ο ήρωας του έργου ονομάζεται ΤΟΜΥ ΓΟΥΙΣΟ κι ομολογώ ότι δεν είχα ασχοληθεί με την περίπτωση του ούτε θα κάνω τώρα κριτική στο «Theroom» του που θεωρείται η «καλύχτερη χειρότερη ταινία που γυρίστηκε».
Θα πω, όμως, ότι ο ΤΖΕΗΜΣ ΦΡΑΝΚΟ, που ανέλαβε την ταινία κι ως σκηνοθέτης κι ως πρωταγωνιστής βασισμένος σε βιβλίο που εξιστορεί την περίπτωση του, τον προσέγγισε με πολλή αγάπη και με συμπόνια στην τρελή διάθεση του αληθινού. Κι έκανε ένα δικό του «Εντ Γουντ», όπου κι ο Τιμ Μπάρτον στην ταινία εκείνη είχε ασχοληθεί με ένα φουκαρά ατάλαντο που είχε περάσει στην ιστορία ως ο χειρότερος σκηνοθέτης του κινηματογράφου.
Η ταινία επικεντρώνεται στη φιλία του τρελάρα καλλιτέχνη με ένα νεαρό εκκολαπτόμενο ηθοποιό, που αποφασίζουν να μετακομίσουν στο Λος Αντζελες και να την ψάξουν παρέα, να πιάσουν την καλή στον κόσμο του Χόλυγουντ. Το Χόλυγουντ, όμως, τους απορρίπτει και τότε εκείνοι με πρωτοβουλία του Τόμυ Γουίσο, του τρελάρα ατάλαντου ήρωα της ιστορίας, αποφασίζουν να κάνουν τη δική τους ταινία , βασικά του Γουίσο όπου όλα θα είναι δικά του: Σενάριο, Σκηνοθεσία, Παραγωγή …….Και φυσικά, τόσο με τις ασχετίλες του όσο και με τις ιδιοτροπίες του τρελαίνει ο Γουίσο συνεργείο και συνεργάτες, περνάει φάσεις ανόδου και καθόδου, πάει γραμμή για τα Τάρταρα αλλά….. για όλα τα πετεινά του Ουρανού υπάρχει κάτι. Κι η άθλια ταινία, καταφέρνει στην πρεμιέρα της να λειτουργήσει αλλά ως κωμωδία – κωμωδία; Κωμωδία! Γιατί όχι; Αφού γελούν ο θεατές άρα σε κάτι ανταποκρίθηκαν, κάτι τους άρεσε , κάτι έπιασε, τίποτε τελικά δεν πάει χαμένο.
Ο ΤΖΕΗΜΣ ΦΡΑΝΚΟ, ως άναρχη καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία ο ίδιος κι ως προκλητική διάθεση, πρέπει να συγκινήθηκε από την περίπτωση και τη μετέφερε στην οθόνη κρατώντας για τον εαυτό του το ρόλο του Γουίσο και βάζοντας τον αδελφό του ΝΤΕΗΒ (ΝΤΕΗΒ ΦΡΑΝΚΟ) να παίξει το ρόλο του φίλου. Αν και ρόλος θυσιασμένος αυτός του φίλου σε σχέση με εκείνον του Γουίσο, ο αδελφός Φράνκο καταφέρνει κι ανταποκρίνεται πλάι στον μεγάλο ο οποίος φυσικά την προσοχή του την έχει περισσότερο στραμμένη στην ταινία ενώ στην ερμηνεία προφανώς κι «αντιγράφει» (από όσο κατάλαβα από τους τίτλους φινάλε όπου γίνεται αντιπαραβολή των σκηνοθετημένων από τον Φράνκο με τα σκηνοθετημένα του Γουίσο) τον αληθινό, τον ξεπατικώνει, του είναι μάλλον και ζητούμενο.
Κι έτσι το έργο αυτό, χωρίς να το λες «μεγάλο» καταφέρνει κι ανυψώνει τον απόβλητο άνθρωπο, τον οποίο, χωρίς να ηρωοποιεί ώστε η ταινία να χάσει την μπάλα και να λές «τώρα τι πάει να μας πει», του παρέχει δικαίωση στα λίγα έστω τετραγωνικά που του επιτρέπονται ή που του αναλογούν, πάντως δεν τον αφήνει «άστεγο».
Το σενάριο έχει προταθεί για ΟΣΚΑΡ στην κατηγορία του ΕΚ ΔΙΑΣΚΕΥΗΣ και προσφέρει στην κινηματογραφική προσωπογραφία ένα διαφορετικό ήρωα, σεναριακά πιο ολοκληρωμένο από τον Εντ Γουντ (σεναριακά!)