Αν και δεν είναι αυτό το θέμα της ταινίας, είναι όμως καθοριστικό στην εξέλιξη της ηρωίδας και το σενάριο τη βάζει τη σκηνή σε κομβικό σημείο, στην αρχή του δεύτερου μέρους. Κι έχει τη σημασία του. Διότι το έργο σεναριακά είναι εξαιρετικά δομημένο.
Το «εν κατακλείδι» επέλεξα ως προσδιορισμό για την ολοκαίνουργια ταινία του ΤΟΝΤ ΧΕΙΝΣ με την οποία έκαναν έναρξη χθες Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου οι «ΝΥΧΤΕΣ ΠΡΕΜΙΕΡΑΣ» για το 2017. Με τις οποίες θα ασχοληθώ σε καθημερινή αλλά επιλεκτική (χωρίς αυτό να σημαίνει υποχρεωτικώς κι «εκλεκτική»…) βάση. Μια και το πρόγραμμα είναι ΠΛΟΥΣΙΟΤΑΤΟ!!!
Στις 20 Σεπτεμβρίου εγκαινιάζουν οι «ΝΥΧΤΕΣ ΠΡΕΜΙΕΡΑΣ» τη φετινή τους γιορτή. Κι ήδη ξεκινούν οι on line πωλήσεις για ΚΑΡΤΕΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ και όχι μόνο.
Το τελευταίο, το «καλό παιδί» δηλαδή, θα μπορούσα να το έχω βάλει και σε εισαγωγικά αλλά σε τίτλο θα «χτύπαγε» διαφορετικά. Διότι είναι χαρακτηρισμός που απέδιδε συχνά πυκνά στη Ζωή η ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ κι έτσι την αποκαλούσε όταν μιλούσε για αυτήν σε τρίτους. Όπως κι η ΑΛΙΚΗ ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ μου έλεγε για αυτήν «Να μου την προσέχετε τη Ζουζού μου εσείς που γράφετε κριτική» .
Ο ΡΟΤΖΕΡ ΜΟΥΡ, που έφυγε για το δικό του τελευταίο ταξίδι, είναι το πρώτο πρόσωπο που θαύμασα στις μαυρόασπρες μέρες της παλιάς τηλεόρασης. Τότε που πιτσιρικάς είδα να μπαίνει το κουτί στο σπίτι και ζαλίστηκα. Ο «ΑΓΙΟΣ» ήταν το δώρο κι η απειλή για το αν έχω τελειώσει τα μαθήματα μου ή αν έχω πάρει καλούς βαθμούς στο σχολείο.
Μια κι ο PANTIMO.GR παρακολουθεί την Eurovision, που είναι επισήμως το πιο δημοφιλές ψυχαγωγικό πρόγραμμα που έχει βγάλει η Ευρώπη με θεαματική απήχηση σε όλο τον πλανήτη, κι αυτό είναι ΓΕΓΟΝΟΣ επισήμως καταγεγραμμένο, θα βάλει το δικό του πετραδάκι στα φετινά. Μόνο που δεν θα ασχοληθώ με τη νίκη της ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑΣ για την οποία χάρηκα αφάνταστα (αυτήν ψήφισα κι όχι την Ιταλία-καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό για μένα αλλά έχω να θέμα με την αντικειμενικότητα, κριτικός γαρ) ούτε με την ανυπόφορη στην ώρα της ψηφοφορίας ελληνική μετάδοση που θα πρέπει να φροντίσει να μην επαναληφθούν αυτά στο μέλλον- η μετάδοση γίνεται για τον θεατή κι όχι για μας που μιλάμε.. Με τι θα ασχοληθώ λοιπόν; Με ένα δωράκι προς τους φίλους τόσο του site όσο και της Eurovision, με μιά κυριακάτικη ξεκούραση, για χαλάρωση της μέρας.
Κι όταν λέμε στυλ- ώστε να μη θυμώσει εκεί πάνω που θα βρεθούνε, ο ΣΥΝΤΝΕΥ ΛΙΟΥΜΕΤ που καταριόταν τη λέξη επιμένοντας πολύ σωστά πως ΟΛΟΙ οι σκηνοθέτες έχουν στυλ , ο καθένας το δικό του- εννοώ την πινελιά, το κάτι, εκείνο το απροσδιόριστο που δίνει σε μια ταινία κομψότητα κι υπογραφή. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για το ΣΙΝΕΜΑ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ. Οπότε το στυλ ντύνει και τα είδη.
Από το κινηματογραφικό μου πόστο μιλώντας, θα ήθελα να επισημάνω το εξής: Ότι θέατρο και σινεμά πηγαίνουν παράλληλα παρά τις μεταξύ τους διαφορές. Και τούτο, επειδή, ξεκινώντας από τη δραματουργία, στον ίδιο αριστοτελικό ορισμό στηρίζονται αμφότερα. Κι αν προχωρήσουμε θα δούμε να υπάρχουν κι η φωτογραφία που στο θέατρο είναι οι φωτισμοί κι η ατμόσφαιρα, η σκηνογραφία, η ενδυματολογία, το μακιγιάζ, φυσικά η ΥΠΟΚΡΙΤΙΚΗ κι η ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ, που από το θέατρο τη δανείζεται κι ο κινηματογράφος, τουλάχιστον στην ελληνική του ορολογία.. ΚΙ έμενε μόνο το ΜΟΝΤΑΖ. Ως κατεξοχήν κινηματογραφικό στοιχείο.
Όπως είχα κάνει αφιέρωμα στα ντοκυμαντέρ με τα θέατρα κι είχα πει για τη γοητεία που ασκεί στο θεατρόφιλο κοινό η καταγραφή της διαδικασίας μιάς πρόβας, φανταστείτε το άλλο: Ένα ντοκυμαντέρ-πορτραίτο σε ένα εμβληματικό κινηματογραφιστή που έφαγε το ελληνικό σινεμά με το κουτάλι κι υπήρξε από τους πρωτοπόρους. Εδώ κι αν μιλάμε για τη χαρά του κινηματογραφόφιλου.
Όπως έλεγα λοιπόν στο πρώτο δημοσίευμα, το σενάριο λέει σε έναν από τους βασικούς κανόνες του πως υπάρχει ηλικία πριν αρχίσει το έργο. Τις πληροφορίες τις δίνει το σενάριο καθ’οδόν, κατά την εξέλιξη του. Ετσι και στη Θεσσαλονίκη μπορεί να ξεκίνησα με τα θέατρα επειδή μου έκαναν πιο ωραίο «μπάσιμο» αλλά είχαν προηγηθεί κάποια που έδιναν ένα άλλο στίγμα. Και σήμερα είναι η μέρα τους.