Είναι μόνο ΠΕΝΤΕ από εκείνα που έχει δυνατότητα να δουλεύει η φωτογραφία και να θεωρείται το δεξί χέρι της σκηνοθεσίας με αριστερό το χέρι του μοντάζ. Είναι τα πέντε που επισήμαναν στον απολογισμό τους ως επίτευγμα οι διευθυντές φωτογραφίας και τα έβαλαν στην 5αδα του τελικού
Θα μπορούσα να πω και για τη ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ κάτι ανάλογο με εκείνο που έγραψα για τη ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ, ότι οι ΠΟΛΟΙ είναι δυο. Κι αφορούν στις ίδιες ταινίες. Στο «THE BRUTALIST» και στο «NOSFERATU». Της κάμερας και των εικαστικών αντίστοιχα
O ΛΟΛ ΚΡΟΟΥΛΥ, ο Εγγλέζος διευθυντης φωτογραφιας, υποψήφιος για το THE BRUTALIST, ακολούθησε με το σκηνοθέτη του φιλμ Μπράντυ Κόρμπετ με τον οποίο γνωρίζονται χρόνια, το δόγμα ότι η διαφορά του να φωτίζεις για την ψηφιακή φωτογραφία και για το «σελυλοϊντ», είναι ίδια με τη διαφορά να ζωγραφίζεις με νερομπογιές αντί με λαδομπογιές. Βγάζει άλλη αίσθηση. Κι ακριβως εδώ ήθελαν το «σελυλόιντ», για να βγει πιο αδρή η αισθητική, η οποία αναφέρεται στην περιοδο 1947-1958, έχουν να κινηματογραφήσουν εποχή κι αρχιτεκτονική κι επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν, να επαναφέρουν, το παλιο «φορμα» των 16 μμ και το σύστημα vista vision, που έχει εγκαταλειφθεί εδώ και κάτι..αιώνες. Πάνω σε αυτό το σκεπτικό κινείται η κάμερα και φωτίζει αναλόγως την αισθητική της αρχιτεκτονικής, στην πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, για να μας βάλει στο κλίμα του σινεμα του παλαιού αλλά και στης αρχιτεκτονικής που είναι το άμεσο αντικείμενο της ταινίας κι επέμειναν ότι μόνο αυτό τον τρόπο θα αποδιδόταν.
Στο «NOSFERATU» o Αμερικανός ΤΖΑΡΙΝ ΜΠΛΕΣΚΕ, διευθυντής φωτογραφίας υποψήφιος για Oscar ξανά, το 2020 στο «Ο φάρος», πάλι του ίδιου σκηνοθέτη, του Ρόμπερτ Εγγερς, δείχνει καταρχάς την καλή συνεννόηση μεταξύ των δύο καλλιτεχνών κι εξηγεί τη μακρόχρονη συνεργασία. Ασπρόμαυρος ο «Φαρος», έγχρωμος ο «Nosferatu», κοινός παρονομαστής , αλήθεια ποιος; Το μαυρόασπρο ή οι μαυρόασπροι φωτισμοί; Διότι στον έγχρωμο «Nosferatu» ο Μπλέσκε φωτίζει με τη λογική του μαυρόασπρου. Και δη του μαυρόασπρου γερμανικου εξπρεσιονισμού. Φως και σκιά, συνθέτουν αενάως ατμόσφαιρα και φωτίζονται ακριβως για να παραξουν τη συγκεκριμένη αισθητική Εδώ παρεμβαίνουν υποβοηθώντας καταρχάς οι της σκηνογραφικής διεύθυνσης, οι οποίοι παραδίδουν υλικό αναλογο του εξπρεσιονισμού ώστε η φωτογραφία να φωτισει τα ντεκόρ για έγχρωμο φιλμ αλλά με γωνίες και φωτοσκιάσεις και σκληρές πινελιές σαν να ήταν ασπρόμαυρο. Ενσωματώνοντας φυσικά και τα κοστούμια και το μακιγιάζ στην εξπρεσιονιστική, φωτιστική λογική. Κι ετσι συλλαμβάνεται όλο αυτό το ‘Γκόθικ» και δη της γερμανικής σχολής του ’20- ως αναφορά στον βουβό «Nosferatu», με σύγχρονη μεν αντίληψη αλλά και σταθερότητα στις αισθητικές αρχές της Σχολής και του Είδους.
Στον αντίποδα του «The brutalist» βρισκεται η φωτογραφία του «Dune 2» η οποία έρχεται από oscar-ικό παρελθόν μια και η φωτογραφία του «DUNE 1» είχε πάρει Oscar το 2022, με τον ίδιο διευθυντη φωτογραφίας, τον Αυστραλό ΓΚΡΑΙΓΚ ΦΡΕΙΖΕΡ, που είναι και πάλι υποψήφιος. Ο οποίος έρχεται να συνεχίσει εκείνο που ξεκίνησε και να επιβεβαιώσει το δόγμα ότι «ομάδα που κερδίζει δεν την αλλάζεις», ομάδα εδώ όχι μόνο τα πρόσωπα αλλά κι η λίστα των εφφέ, που εχουν την πρωτοκαθεδρία κι εμπνέουν ή υπαγορεύουν τη φωτογραφία, η οποία καλείται να πιάσει και να καταγράψει, ό,τι η νέα τεχνολογία διευκολύνει. Τα εφφε και τους ηχους τους, τις αμμοθύελες κι όπως ακούγονται, η φωτογραφία αυτά πρέπει να τα υπογραμμίσει ως εικόνα, το ίδιο και τα εσωτερικά, τα παλάτια, τα βασίλεια, υπο συγκεκριμένη αισθητική και ομοιογένεια μεταξύ χώρων, υπό τη σημαία της ομοιογένειας που υψώνει η φωτογραφία. Εδώ εχει επιστρατευτεί η νέα τεχνολογία, σύσσωμη, ίσως και με τον ίδιο τρόπο που επιστρατεύτηκε η παλιά για το «Brutalist»
Στην «ΕΜΙΛΙΑ ΠΕΡΕΖ» έχουμε τη φωτογραφία των χρωμάτων και τη φωτογραφία ΠΛΑΤΩ. Μια φωτογραφία ξεχωριστής γοητείας όπου μέσα στο κλειστο στούντιο, ο σκηνογραφος στηνει τον κόσμο του κι ο διευθυντης φωτογραφίας αρχίζει να κάνει φωτιστικές συνθέσεις σαν ζωγραφος με μια παλέτα. Ο νεαρός Γαλλος διευθυντής φωτογραφίας ΠΟΛ ΓΚΙΛΙΟΜ, ο οποίος λένε ότι καταγεται κι από οικογένεια των Καλών Τεχνών, φωτίζει την επιλογή του σκηνοθέτη Ζακ Οντιαρ, να κυριαρχήσουν χαρακτηριστικα μεξικάνικα χρώματα αλλά να γυριστεί σε στούντιο, σε πλατό, ΄ώστε να βγει ένας ρεαλισμός που μόνο με το ψέμα της όπερας θα μπορούσε να συνυπαρξει Και μια και το έργο προέρχεται από σύγχρονη όπερα. Ο νεαρός Γκιλιόμ κυνηγά το σκοτάδι να του δωσει χρώμα κι όταν στο β μέρος οι γυναίκες παίρνουν τρόπον τινα τα ηνία να του αφήσει και χαραμάδες για φως, χωρίς όμως να χάσει την ομοιογένεια
Οσο για την «ΜΑΡΙΑ», την ταινία του Πάμπλο Λαραϊν με την Αντζελίνα Τζολί κι επίκεντρο τη Μαρία Καλας, οι διευθυντές φωτογραφίας ήταν εκείνοι που εντόπισαν επίτευγμα στην ταινία και το αφησαν ως υπογραφή της ταινίας ή κι ως συμπύκνωση: Τη σύλληψη της αίσθησης της Κάλας, τη σύλληψη της στιγμης, που είναι οι τελευταίες εξη μέρες της, όταν πια είναι παροπλισμένη κι ο διευθυντής φωτογραφίας, ο Αμερικανός Εντουαρντ Λαχμαν, υποψήφιος για 4η φορά, συλλαμβάνει αυτή την αισθηση της ζωης που φευγει. Πως; Φωτίζοντας κι εδώ το έγχρωμο με τη λογική του μαυρόασπρου αλλά ποιού ασπρόμαυρου; Των φωτογραφιών, που έχουν απαθανατίσει τη ζωη κι έχουν φυγει..Αυτή την αίσθηση την περνά και στο περιβάλλον και στο ίδιο το Παρίσι, το οποίο είναι σαν χωρος που φιλοξενει κι αυτο την Κάλας στις 6 τελευταίες μέρες της, σαν να ζει κι αυτό τις εξη τελευταίες μέρες του. Δεν είναι φωτογραφία εντυπωσιασμού και χρωμάτων ή φωτοσκιάσεων, είναι φωτογραφία σύλληψης κι αίσθησης της στιγμής.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ: τΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ, με βάση τα παραάνω, βράβευσε την "MARIA" και τον ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΛΑΧΜΑΝ