Δεν έχουν λοιπόν πολλά να πεις τα πραγματικά αριστουργήματα διότι αφενός είναι τόσο τέλεια που σε όποιο σημείο τους κι αν σταθείς θα καταλήξεις να εξαντλείς ό, τι υπάρχει σε υπερθετικό κι αυτό για τον αναγνώστη αλλά και για τον γράφοντα, καταντά βαρετό. Αφετέρου, ένα ΑΛΗΘΙΝΑ μεγάλο έργο τα έχει πεί όλα μόνο του . Τόσο σε αισθητικό όσο και σε περιεκτικό επίπεδο. Τα ανάπηρα είναι που χρειάζονται τη συνδρομή αναλυτή προκειμένου να καλύψει αυτός με την «ανάλυση» του τα όσα δεν θα δει ο θεατής στο έργο (είτε μιλάμε για κινηματογράφο είτε για θέατρο είτε για μυθιστόρημα).
Στο «DOUBLE INDEMNITY» τι να βγεις και να πεις όταν το ίδιο το στόμα δεν σε βοηθά αφού έχει μείνει ανοικτό από θαυμασμό κι έκσταση!
Οπότε, δεν βοηθιέται και το χέρι να προχωρήσει στο γράψιμο.
Πώς να βαθμολογήσεις τη δουλειά του Μπίλυ Γουάιλντερ ; Μένει να τη θαυμάσεις. Και το μόνο που μπορείς να επαναλάβεις αμέτρητες φορές χωρίς να κινδυνεύεις να γίνεις βαρετός είναι η ΗΔΟΝΗ ΤΗΣ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑΣ που σου προκαλεί συνεχώς ρίγη θαυμασμού.
Αρχίζοντας πάντα από το σενάριο που ήταν αυτοσκοπός στη δουλειά του μεγάλου αυτού καλλιτέχνη ο οποίος , μαζί με μερικούς πολλούς συνομιλήκους του σκηνοθέτες όπως ήταν ο ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΟΥΑΙΛΕΡ, ο ΦΡΕΝΤ ΖΙΝΕΜΑΝ, ο ΗΛΙΑΣ ΚΑΖΑΝ, ο ΑΛΦΡΕΝΤ ΧΙΤΣΚΟΚ, ο ΤΖΟΤΖΕΦ ΜΑΝΚΙΕΒΙΤΣ, ο ΤΖΩΝ ΧΙΟΥΣΤΟΝ, ο ΤΖΩΡΤΖ ΣΤΗΒΕΝΣ κλπ, κλπ μπήκαν σε μια βιομηχανία και τη μετέβαλαν σε ΤΕΧΝΗ.
Το σενάριο ήταν που υπαγόρευε τις σκηνοθεσίες στον Μπίλυ Γουάιλντερ και στο συγκεκριμένο έργο, που είναι κι από τα πρώτα που σκηνοθέτησε, δείχνει πόσο του είχε ωριμάσει η σεναριακή κατάρτιση ώστε αυτά τα δύο πράγματα, σενάριο και σκηνοθεσία δηλαδή, να γίνονταν ΕΝΑ!
Στο «DOUBLE INDEMNITY» έχει ως βάση αστυνομικό βιβλίο, του Τζέιμς Κέιν αλλά στο σενάριο συνεργάζεται με τον Ρέιμοντ Τσάντλερ, ένα εκ των κορυφαίων συγγραφέων αστυνομικών μυθιστορημάτων, που ήξερε πολύ καλά το είδος- ο Γουάιλντερ, όμως, γνώριζε την τεχνική του σεναρίου που ο Τσάντλερ δεν ήταν τόσο μέσα σε αυτό, ήταν άνθρωπος του βιβλίου.
Οπότε ξεκινάμε από το σενάριο ,το τέλειο και πλήρες, να βλέπουμε με ένα εκπληκτικό τρόπο την ιστορία να ξεκινά από το τέλος, κάτι που ο Γουάιλντερ ως σεναριογράφος θα εξελίξει κι άλλο στη συνέχεια και θα το φτάσει στο απόγειο των σεναριακών ευρημάτων και τεχνικών γραψίματος, στη «ΛΕΩΦΟΡΟ ΤΗΣ ΔΥΣΕΩΣ». Οπου εκεί δεν θα έχει ένα τραυματία να υπαγορεύει στο μαγνητόφωνο την ιστορία, όπως συμβαίνει στο ξεκίνημα τούτου του φιλμ με τον ΦΡΕΝΤ ΜΑΚ ΜΑΡΕΙ, αλλά θα έχει ένα πτώμα να μας αφηγείται την ιστορία ξεκινώντας από το τέλος.
Αν υπάρχουν δύο σενάρια που τα θεωρώ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ στον τρόπο κινηματογραφικής γραφής, αυτά είναι η «ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΔΥΣΕΩΣ» κι ο «ΠΟΛΙΤΗΣ ΚΕΙΝ»- το μεν πρώτο επειδή ακριβώς είδαμε ένα πτώμα να αφηγείται την ιστορία, στο δεύτερο επειδή έσπασαν όλοι οι γραμμικοί κώδικες αφήγησης από τους Χέρμαν Μάνκιεβιτς και Ορσον Γουέλες.
Στο «Double Indemnity» , που το είδα για πολλοστή φορά, διαπίστωσα την απαρχή του παραπάνω. Τι να πω για τις κλιμακώσεις, τι για το πώς εμπλέκονται τα στοιχεία και με τι εύσχημο τρόπο στα δίνει ως κλειδιά για τη λύση κατά την εξέλιξη της ιστορίας, πόσο ζυγισμένη, σύμφωνα με την προώθηση της πλοκής, είναι η κάθε ατάκα και τι μυστικό κρύβει η κάθε μία … Που αρχίζει το σενάριο, που αναλαμβάνει η σκηνοθεσία… τι να του πουν, τι να του πούμε, οι κριτικοί, που βλέπουμε τα έργα που σοφίστηκαν οι άλλοι και δεν μπορούμε να τα παράγουμε!
Τι νομίζουν άραγε ότι είναι η ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ;
Τι να πούμε για το μεγάλο μαυρόασπρο που φτιάχνει μια τέτοια ατμόσφαιρα , τι να ψελλίσω για την ανάδειξη της ΜΠΑΡΜΠΑΡΑ ΣΤΑΝΓΟΥΙΚ σε ρόλο δικαιολογημένης κακιάς πλάι στην ήρεμη εκφραστικότητα του Μακ Μάρει, τι να πω για το ρόλο-κλειδί που ερμηνεύει ο ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΡΟΜΠΙΝΣΟΝ- εδώ κι αν είναι μάθημα για μελέτη ΣΕΝΑΡΙΟΥ αλλά και πως το μετατρέπεις σε σκηνοθεσία.
Τι ΗΔΟΝΗ!!
Πως μπαίνουν οι μουσικές, πως έρχονται να προσθέσουν ρυθμό, πως κυλά το έργο . ..Είναι από τις φορές που έχω αναρωτηθεί για το μοντάζ σε σχέση με το σενάριο. Ειλικρινά, στο συγκεκριμένο φιλμ μένω με την εντύπωση πως το τέλειο ντεκουπάζ, το τέλεια ντεκουπαρισμένο σενάριο , μπορεί να δώσει το ρυθμό και το μοντάζ έρχεται εκεί μόνο «επικουρικά». Είναι μια συζήτηση, που, με αφορμή αυτή την ταινία, την έχω κάνει σε πανεπιστημιακό επίπεδο στην Αμερική, στο L.A. συγκεκριμένα.
Στην ίδια την υπόθεση του έργου, αυτή καθαυτή, πιάνονται από ένα παραθυράκι της νομοθεσίας περί ασφαλιστικών εταιριών, τη «διπλή αποζημίωση» του πρωτότυπου αγγλικού τίτλου, και στήνουν το τέλειο έγκλημα για να οδηγηθούν, με σοφό τρόπο, σε αυτό που υποστηρίζει η Εγκληματολογία, ότι τέλειο έγκλημα δεν υπάρχει διότι κανείς, κι ο πιο προνοητικός, δεν δύναται να προβλέψει τον αστάθμητο (ή τον ανθρώπινο) παράγοντα. Για αληθινό «χάζι» , σε όποιον γουστάρει να μπαίνει παραμέσα στα έργα , είναι τα σοφά «εμπόδια» που βάζει το σενάριο στα κεντρικά πρόσωπα ώστε να φτάσει στο ποθούμενο από τους συγγραφείς αποτέλεσμα, και βάσει αυτών των εμποδίων, πλέκεται ο μύθος. Μετά, όμως, θα έρθουμε στη σκηνοθεσία κι εκεί θα θυμηθούμε ότι με παρόμοιο θέμα παράνομων εραστών που θέλουν να εξοντώσουν το σύζυγο, έγιναν κι άλλα, επίσης καλά. Όπως «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυό φορές» ή η «Εξαψη». Υπέροχες ταινίες αλλά όχι σαν την … "Κολασμένη αγάπη" για να μιλήσω..ελληνικά και ..αλά παλαιά.
Δυστυχώς, το ΜΕΓΑΛΟ ΣΙΝΕΜΑ έχει γίνει. Τώρα, έχουν σειρά τα «μεταμοντέρνα». Ευτυχώς όμως που το σινεμά δεν είναι θέατρο, δεν είναι Τέχνη του Εφήμερου, δεν είναι ζωντανή παράσταση,κι έτσι μπορούμε να απολαμβάνουμε τα δημιουργήματα του και 70 χρόνια μετά…