Την ελληνική ταινία «ΜΑΡΙΟΝΕΤΕΣ» σε σκηνοθεσία ΠΑΝΤΕΛΗ ΚΑΛΑΤΖΗ την παρακολούθησα με πολλή ευχαρίστηση. Μέχρι το τέλος. Εχω, βεβαίως, να διατυπώσω και κάποιες αιχμές αλλά μέσα από ένα βλέμμα αγάπης λόγω αναγνώρισης σιγά- σιγά, από νεώτερους ανθρώπους, του ΣΙΝΕΜΑ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ, που ο ελληνικός κινηματογράφος έδειχνε να το έχει ρίξει …εις το πυρ το εξώτερον.
Αραγε , έχει τύχη ένα blockbuster, έστω κι αν είναι «σοφιστικέ», στα βραβεία της Ευρωπαικής Ακαδημίας; Αναρωτιόμουν καθώς το ξανάβλεπα
Ο λόγος που περισσότερο ήθελα να γράψω για αυτή την ταινία ονομάζεται ΣΑΡΛΟΤ ΡΑΜΠΛΙΝΓΚ. Θέλω να πω για αυτήν αλλά δεν θα αποφύγω να μιλήσω και για την ταινία που με τη σειρά της αποζητά το μερτικό της.
Και προσφέρει στο κοινό την ποιοτική εκείνη ψυχαγωγία που του χαρίζει τη δίωρη ξενοιασιά συνδυασμένη με ουσία. Διότι δεν βλέπουμε ένα ακόμα έργο για τη μαγειρική αλλά το ψυχολογικό πορτραίτο ενός σεφ. Και του επισημαίνει του κοινού ότι ο ΜΠΡΑΝΤΛΕΙ ΚΟΥΠΕΡ είναι κάτι πολύ παραπάνω από όσο δεν ήθελαν να του αναγνωρίσουν.
Θα σας «ξεμπερδέψω» αμέσως. Το πρώτο είναι φιλμ που παίζεται στις αίθουσες, το δεύτερο είναι βιβλίο, μυθιστόρημα και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Καστανιώτη». Κοινός παρονομαστής ο Κουβανός συγγραφέας ΛΕΟΝΑΡΔΟ ΠΑΔΟΥΡΑ του οποίου δηλώνω μέγας θαυμαστής.
…Καθότι η ταινία έχει προβληθεί στους αθηναικούς κινηματογράφους εδώ και πολύ καιρό αλλά είναι μία από τις ταινίες που υπέβαλε η ΙΣΠΑΝΙΑ στα ευρωπαικά, μαζί με το «ΜΙΚΡΟ ΝΗΣΙ», την επιτυχία του καλοκαιριού στα σινεμά της Αθήνας.
Ετσι απλά σαν να ήταν παραμύθι που λένε οι γιαγιάδες στα εγγόνια, μας αφηγείται κι ο ΓΚΙΓΙΕΡΜΟ ΝΤΕΛ ΤΟΡΟ μια ιστορία gothic, που είναι τρόμος με φαντάσματα, αλλά εμείς το απολαμβάνουμε αφημένοι στη μαγεία του παραμυθιού.
Εχω μιλήσει πολλές φορές για τη μέση καλή ταινία που λείπει στις μέρες μας και πως αυτή είναι που λειτουργεί ως στυλοβάτης των κινηματογράφων , αυτή είναι που κρατά ζωντανά τα σινεμά με διαρκές πρόγραμμα. Όμως, στη λεγόμενη «μέση καλή ταινία» συναντάμε συχνά και τη μέση αδικημένη ταινία. Κι είναι τελικώς αναπόφευκτο. Τέτοια ταινία είναι το «Θυσιάζοντας ένα πιόνι»
Πάνω στον σταρ επικεντρώνεται η δημοσιότητα της ταινίας, όχι όμως κι η ταινία. Ισως γι αυτό έπιασαν από νωρίς δουλειά οι publicity managers πως «ο Τζώνυ Ντεπ δεν θέλει το Οσκαρ κι ότι η υποψηφιότητα του είναι αρκετή»!!!!!
Από τις ευχάριστες φετινές εκπλήξεις η συμμετοχή της Αυστρίας με αυτή την ταινία την οποία, μάλιστα, επέλεξε η χώρα ως επίσημη εκπροσώπηση και για το ΟΣΚΑΡ του 2016. Ένα από τα καλύτερα «art -house thriller» , που έχω δει- αν μπορεί να υπάρξει και τέτοιος όρος…