Τρεις γυναίκες της οθόνης ερωτεύτηκα βλέποντας τες στο πανί, ως πιτσιρικάς και σε όλη τη δεκαετία της εφηβείας: Την ΤΖΕΗΝ ΦΟΝΤΑ, την ΚΛΑΟΥΝΤΙΑ ΚΑΡΝΤΙΝΑΛΕ και την ΖΑΚΛΊΝ ΜΠΙΣΕ.
Για αυτό και την «τελετή» για την Κλαούντια, που μας έφυγε στα 87 της, θέλησα να την κανω με επισημότητα από το pantimo.gr κι όχι με ανάρτηση στο φβ. Ετσι, για τις ονειρώξεις της εφηβείας που η Κλαούντια εκπροσώπησε. Οι Ιταλοί την τονίζουν ως «Κλάουντια», έχουν έρωτα με την προπαραλήγουσα, εμείς στην απόδοση μας, τους τόνους τους ανεβοκατεβάζουμε, οι Γάλλοι μένουν σταθερά στη λήγουσα, οι Ισπανοί ανάλογα με το αν τελειώνει σε φωνήεν κι οι Αγγλο-Αμερικάνοι «συγχωνεύουν» και την κάνουν «Κλώντια».
Τι είναι αυτό που τον έκανε τόσο ξεχωριστό; Εχουν φύγει αμέτρητοι μεγάλοι καλλιτέχνες κι αγαπημένοι και συμπαθείς και δημοφιλείς που λάτρεψε κι εκτίμησε ο κόσμος. Αυτό του ΡΟΜΠΕΡΤ ΡΕΝΤΦΟΡΝΤ, είναι κάτι άλλο. Περισσότερο από όλα δηλώνει μια ΕΚΤΙΜΗΣΗ.
Χτες, για πρώτη φορά, μετά από καμιά….200αριά χρόνια (χαχαχα), δεν παράγγειλα ποτό όταν ήρθαν για την παραγγελία, παράγγειλα ΓΡΑΝΙΤΑ ΦΡΑΟΥΛΑ. Είχε ξυπνήσει μέσα μου η παιδική ηλικία, οι πρόγονοι που με πήγαιναν στα αθηναϊκα θέατρα τα καλοκαίρια, σε εκείνη τη μέθεξη για ένα παιδί, και τα ξαναείδα μπροστά μου. Στο «Αλσος του Οικονομίδη» που λέγαμε.. Οι αναμνήσεις ξεπήδησαν σαν μοίρες, απλώθηκαν σε όλο το χώρο κι άρχισαν ένα τρελό χορό, σαν τις ενάρξεις και τα φινάλε των επιθεωρήσεων, σαν τα μιούζικαλ του Δαλιανίδη. Είχα νομίσει για χρόνια, σχεδόν βεβαιωθεί, ότι το καλοκαιρινό θέατρο της Αθήνας είχε πια χαθεί. Κι εχτες, που πήγα, καθυστερημένα είναι η αλήθεια στο «Αλσος» του Φοίβου, είδα μπροστα μου τα πάντα.
Ο ΡΟΜΠΕΡΤ ΜΠΕΝΤΟΝ ,που έφυγε από τη ζωή πριν λιγες μέρες, ήταν από τους κύριους εκπροσωπους αυτης της συγκεκριμμένης κατηγορίας. Του ΣΕΝΑΡΙΟΓΡΑΦΟΥ-ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ.
Κι ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ που σέβεται και τα δύο και παίρνει τη διάκριση που του αναλογεί
Εργο προβληματισμού, ερωτημάτων και σκέψεων είναι το «ΝΑΧΤΛΑΝΤ» του Γερμανού συγγραφέα ΜΑΡΙΟΥΣ ΦΟΝ ΜΑΓΙΕΝΜΠΟΥΡΓΚ, που παίζεται στο θέατρο «Αποθήκη», στου Ψυρρή, σε σκηνοθεσία ΝΙΚΟΡΕΣΤΗ ΧΑΝΙΩΤΑΚΗ με πολύ καλό θίασο-θα τους αναφέρω στην ωρα τους
Είναι ένα πολύ ταλαιπωρημένο έργο, σχεδόν απόκληρο, σχεδόν εξόριστο που αν και γύρισαν κι επαναπατρίστηκαν ολοι οι εκούσια ή ακούσια «φυγαδευθέντες», η κωμωδία αυτή των ΑΛΕΚΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ και ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, μια φορά μόνο παίχτηκε, έγινε μακελειό, την κυνηγήσαν κι η ΔΕΞΙΑ κι η ΑΡΙΣΤΕΡΑ κι έμεινε μόνος του ο ΚΥΡ-ΠΑΝΤΕΛΗΣ κι οι γεννήτορες του, ο ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ με τον ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟ να βλέπουν ότι ένα πνευματικό παιδί που γέννησαν δεν θα το ξαναδούν στη Σκηνή, θα πεθάνουν κι αυτό θα είναι ακόμα στην ΕΞΟΡΙΑ. Επιτέλους, η ΑΜΝΗΣΤΕΙΑ μπόρεσε να γίνει πράξη και για τον «Κυρ-Παντελή» και το 2024 ήταν η χρονιά που ξαναπήρε την ιθαγένεια του και γύρισε στα πάτρια εδάφη.
Εργο που προβληματίζει είναι η «ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ» του ΤΖΩΝ ΠΑΤΡΙΚ ΣΑΝΛΕΫ , την οποία ξέρουμε οι πολλοί από τον κινηματογράφο με τις μνημειώδεις ερμηνείες της Μέρυλ Στρηπ, του Φίλιπ Σέϋμουρ Χόφμαν, της Εϊμυ Ανταμς και της Βαϊόλα Ντέηβις, που ήταν κι οι 4 υποψήφιοι για το Oscar. Ωστόσο να τονίσω ότι το έργο είναι ΘΕΑΤΡΙΚΟ που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο. Δεν είναι σαν κάτι άλλες περιπτώσεις που μας κατακλύζουν όταν παίρνουν κινηματογραφικά έργα και τα μετατρέπουν ο ίδιοι οι θίασοι σε θέατρο με λίγο πασπάλισμα κι από κάποια πιθανή λογοτεχνική καταβολή.
Είναι άραγε μια σκέτη «διαμαρτυρία» ο μονόλογος «18/9» που είδαμε σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στο «Ιδρυμα Κακογιάννης»; Όχι, ειναι κάτι πολύ παραπάνω. Κι από διαμαρτυρία κι από πολιτική παρέμβαση είναι πολύ παραπάνω επειδή περιλαμβάνει όλα αυτά μαζί και πάει και παραπέρα. Ναι, είναι μια κραυγή γύρω από τη δολοφονία του ΠΑΥΛΟΥ ΦΥΣΣΑ και την άνοδο της «Χρυσής Αυγής» με τα γνωστα επακόλουθα
Είναι ό,τι αποκόμισα από την παράσταση του έργου-μονολόγου «ΤΟ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΟ ΣΩΜΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΒΡΕΘΕΙ ΠΟΤΕ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΕΡΟΣ» του Καταλανού συγγραφέα ΖΟΥΖΕΠ ΜΑΡΙΑ ΜΙΡΟ στο θέατρο «ΘΗΣΕΙΟ» που παρακολούθησα πρόσφατα ένα βράδυ.