Το πρώτο πράγμα που «φλάσαρε» στο νου μου με το που ειδοποιήθηκα για την απώλεια του ΓΙΑΝΝΗ ΒΟΓΛΗ, δεν ήταν ούτε τα «μύγδαλα», ούτε ο «Χορμόβας», ούτε ο νησιώτης ο Πετρής. Μα ήταν Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΤΟΥ ΓΥΝΑΙΚΑ. Όπως και στο θάνατο του Πολ Νιούμαν, το άρθρο που έγραψα τότε στην εφημερίδα ήταν στραμμένο στην Τζόαν Γούντγουορντ.
ΤΖΩΝ ΛΕ ΚΑΡΕ, BBC και ΣΟΥΖΑΝΕ ΜΠΙΕΡ συνενώθηκαν κι έφτιαξαν αυτή τη μοναδική μίνι σειρά των ΕΞΗ επεισοδίων που βασίζεται στο μυθιστόρημα του πρώτου. Τους ηθοποιούς θα τους «πιάσουμε» πιο κάτω, στο κυρίως κείμενο. ΚΙ όπως καταλαβαίνετε, πρόκειται για κατασκοπικό που περιμένει να πωρώσει τους απανταχού της Γης ΛΑΤΡΕΙΣ του είδους. Οσονούπω, ξεκινά να μεταδίδεται και στην Αμερική κι εύχομαι να το δούμε συντομότατα και σε πανελλαδική εμβέλεια .
… Και ξαφνικά, στον έβδομο χρόνο τους τα βραβεία της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ απέκτησαν όνομα: ΒΡΑΒΕΙΑ IRIS. Πλέον έτσι θα τα αποκαλούμε. Κι ω του θαύματος, η 7η τελετή απονομής δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τις προηγούμενες. Για πρώτη φορά, εκδήλωση γύρω από το ελληνικό σινεμά δεν έπασχε από ΜΙΖΕΡΙΑ, την αρρώστια που ταλάνιζε χρόνια αυτό τον χώρο.
ΚΑΛΗ ΑΡΧΗ! Επρεπε να είχε γίνει από καιρό, καθυστέρησε αλλά ΧΑΛΑΛΙ. Νικητής ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΗΣ για το «ΤΕΤΑΡΤΗ 04.45»
Με ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ έκλεισα τη σύντομη παραμονή μου στο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΕΡ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2016. Με το ντοκυμαντέρ «33.333 Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ» του ΜΕΝΙΟΥ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ.
Και χτες, ακολούθησα την ίδια γραμμή με της πρώτης μέρας κι είπα να μη «χαλάσω» τα περί «τυχαίου». Η διαπίστωση είναι πως στο χώρο του ντοκυμαντέρ ψάχνονται τόσο σε θέματα όσο και σε προσεγγίσεις κι ενώ πρόκειται για είδος που το βαραίνει- ΚΑΚΩΣ, ΠΟΛΥ ΚΑΚΩΣ- η «λασπολογία» περί πλήξης, στην πράξη , κάθε χρόνο, κι όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, ανακαλύπτω συναρπαστικά πράγματα, έστω και… «τυχαία».
Σχεδόν πάντα, όταν ανεβαίνω για ένα μόνο τριήμερο στη Θεσσαλονίκη για να πάρω μια γεύση από το ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΕΡ, το ρίχνω στο «τυχαίο». Είτε γιατί με τράβηξε ένας τίτλος ή ένα θέμα ή ακόμα κι η ώρα που με βόλευε να παρακολουθήσω κάτι. Το κάνω σκόπιμα. Διότι αν αρχίσω να ρωτώ για τα «SOS», που και καλά δεν πρέπει να χάσουμε, τότε θα συμβεί το εξής απλό: Θα έχω πάει «σταλμένος» για τα «φαβορί», που, εφόσον είναι φαβορί όλο και κάπου θα τα δούμε και θα τα ακούσουμε ή και θα βρουν μιά κάποια διανομή, ενώ θα έχω «χάσει» όλα τα υπόλοιπα διότι τα προγράμματα είναι πολλά κι οι ταινίες αμέτρητες. Βαδίζω με αυτό το γνώμονα επειδή πάνω από όλα πιστεύω ότι «τυχαίο» στην ουσία δεν υπάρχει, ότι αυτό που θα βρεθεί μπροστά σου όλο και κάτι θα έχει να σου δώσει και θα σου επιτρέψει να αφοσιωθείς σε αυτό, όποιο κι αν είναι, καλό , μέτριο ίσως και κακό. Όμως κάτι θα ήταν η στιγμή να πάρεις από αυτό που σου προσφέρει το «τυχαίο» που διάλεξες.
Εντελώς «αλλού» δείχνει να είναι προσανατολισμένη η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ, σε σχέση με τις κινηματογραφικές Ακαδημίες του εξωτερικού, με βάση τις υποψηφιότητες που ανακοινώθηκαν.
Διότι, αντί να βλέπω και να ακούω διαμαρτυρίες για την ΑΣΕΒΕΙΑ στο κινηματογραφικό δημιούργημα, παρατηρώ μια προφορική τουλάχιστον αποδοχή καθώς κυκλοφόρησε το «νέο»: «Η ΓΥΝΗ ΝΑ ΦΟΒΗΤΑΙ ΤΟΝ ΑΝΔΡΑ» θα κυκλοφορήσει …. επιχρωματισμένη.
Μια φορά, εκεί γύρω στο 1992, ένα χρόνο περίπου μετά τον Πόλεμο του Κόλπου, σε μια σχετική συζήτηση που είχαμε , όπου η ΣΥΝΟΔΙΝΟΥ μου είχε περάσει τον ΜΠΟΥΣ πατέρα από 14 γενιές κι ότι σκοτώνει τους λαούς για τα πετρέλαια, χάρη στην άνεση που μου έχει επιτρέψει η ίδια να έχουμε μεταξύ μας ,κάνοντας χιούμορ τη ρώτησα: «Κυρία Συνοδινού, είστε βέβαιη πως δεν είστε κομμουνίστρια;». Κι η Συνοδινού με ολύμπια αταραξία μου απάντησε: «Πώς να είμαι κομμουνίστρια; Εγώ πιστεύω στο ΘΕΟ, εκείνοι πιστεύουν στην ΥΛΗ». «Δηλαδή, αυτή είναι η διαφορά σας με τους κομμουνιστές;» συνέχισα». «Ποια άλλη;» με αποστόμωσε.