Το «The prom» (έτσι ονομάζεται ο χορός του κολλεγίου) είναι ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ του ΡΑΪΑΝ ΜΕΡΦΥ με την ΜΕΡΥΛ ΣΤΡΗΠ. Οπότε, μπορούμε να αρχίσουμε να ψυλλιαζόμαστε που πάνε τα «ναι» και που πάνε τα «όχι»
Το «The prom» (έτσι ονομάζεται ο χορός του κολλεγίου) είναι ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ του ΡΑΪΑΝ ΜΕΡΦΥ με την ΜΕΡΥΛ ΣΤΡΗΠ. Οπότε, μπορούμε να αρχίσουμε να ψυλλιαζόμαστε που πάνε τα «ναι» και που πάνε τα «όχι»
Μετά το «FENCES» , ένα ακόμα θεατρικό έργο του ΟΓΚΕΣΤ ΓΟΥΙΛΣΟΝ, πήρε την άγουσα για την οθόνη. Τώρα πιά το «μεγάλη» και το «μικρή», ως προς την οθόνη, έχουν μπερδευτεί αρκετά κι ο καιρός θα δείξει.. Αυτό, βέβαια, αφορά στις συνθήκες προβολής διότι καλλιτεχνικά και κινηματογραφικά δεν υπάρχει η παραμικρή διαφορά-στις μεγάλες κινηματογραφικές σχολές του εξωτερικού οι κανόνες είναι ενιαίοι και δεν διαχωρίζονται.
Αυτό που έπρεπε να ειπωθεί ήταν μια κρυμμένη απόλυτη αλήθεια. Μια αλήθεια, κοινός τόπος για την ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ, η οποία βέβαια δεν είναι αυτή που κάνει το κουμάντο στα δημοσιεύματα και στην κατασκευή Μύθων. Η ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΝΕΙ ΤΑΙΝΙΕΣ, τους μύθους τους απεργάζονται άλλοι και μέσω του Τύπου γίνεται η εξυπηρέτηση αυτών .
Η οποία ιστορία δηλώνεται ως αυτοβιογραφική κι είναι πολύ ενδιαφέρων ο τρόπος με τον οποίο από το βιβλίο μετατρέπεται σε σενάριο και πως όλο αυτό δίνεται κινηματογραφικά. Από τον ΡΟΝ ΧΑΟΥΑΡΝΤ ο οποίος βρίσκεται και πάλι σε αγαστή σύμπνοια με το ΜΟΝΤΑΖ αν κι αυτή τη φορά δεν συνεργάζεται με τους δυο στυλοβάτες μοντέρ του, τον Μάικ Χιλ και τον Νταν Χένλευ αλλά φέρνει καινούργιο συνεργάτη, τον ΤΖΕΗΜΣ ΓΟΥΙΛΚΟΞ.
Επειδή η κριτική πρέπει να συμβάλλει στην κινηματογραφική παιδεία του θεατή-αναγνώστη, ξεκινώ με μια διευκρίνηση περί remake. Άλλο το remake ταινίας, κι άλλο το remake από βιβλίο. Το είχα επισημάνει και στην κριτική για τη «ΡΕΒΕΚΑ» πως δεν ήταν remake της ταινίας του Χίτσκοκ αλλά remake του ΒΙΒΛΙΟΥ της ΔΑΦΝΗ ΝΤΥΜΩΡΙΕ. Το ίδιο κι εδώ, δεν πρόκειται για remake της ταινίας του ΜΟΣΕ ΜΙΖΡΑΧΙ «ΜΑΝΤΑΜ ΡΟΖΑ» που είχε πάρει το ΟΣΚΑΡ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ το 1978, με πρωταγωνίστρια την Σιμόν Σινιορέ αλλά για remake του βιβλίου «Η ΖΩΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΟΥ» του ΡΟΜΑΙΝ ΓΚΑΡΥ, που είχε τιμηθεί με το βραβείο «ΓΚΟΝΚΟΥΡ». Το ίδιο συνέβαινε και με το άλλο βιβλίο του ίδιου συγγραφέα, την «ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΥΓΗ» που είχε γίνει πριν τρία χρόνια με την ΣΑΡΛΟΤ ΓΚΑΙΝΣΜΠΟΥΡΓΚ κι ήταν remake από το βιβλίο κι όχι από το φιλμ του Ζυλ Ντασέν με την Μελίνα Μερκούρη. Επίσης, υπάρχει ένα καινούργιο «BERLIN ALEXANDERPLATZ» που το έχουμε στα Ευρωπαϊκά Βραβεία τα φετινά, υποψήφιο στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας και Σεναρίου και βασίζεται στο βιβλίο του ΑΛΦΡΕΝΤ ΝΤΕΜΠΛΙΝ, στο ίδιο που είχε βασιστεί κι η διάσημη σειρά του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ. Και μπορεί να βγουν μερικοί, επειδή εκεί έχουμε θεωρία auteur , όπως και στον Χίτσκοκ, περί «βανδαλισμού ιερών και οσίων». Κάτι που δηλώνει σοβαρό έλλειμμα στην κινηματογραφική κατάρτιση…Εφάμιλλο με το Έλλειμμα περί Σεναρίου που υπάρχει γενικώς..
Remake ταινίας, ακόμα κι όταν προέρχεται από βιβλίο, έχουμε στην περίπτωση που πήραμε το σενάριο εκείνης της ταινίας κι επ’ αυτού του σεναρίου (κάτι που θα δηλώνεται υποχρεωτικά στους τίτλους)) κάναμε το σενάριο της καινούργιας!!!!
Καταρχάς να ξεκινήσω με μία επισήμανση: Μιλάμε για την ταινία «ΤΑ ΜΗΛΑ» του ΧΡΗΣΤΟΥ ΝΙΚΟΥ κι όχι για τον βοηθό του Λάνθιμου. Επειδή είδα να αρχίζουν κάτι…όργανα κι ως ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΚΟΣ οφείλω να κάνω τον διαχωρισμό μου.
Γερμανική είναι η ταινία, με Ιταλό εμπλεκόμενο στην υπόθεση, κι αυτό που πιστοποιεί είναι η παγκόσμια επιρροή του είδους που καθιέρωσε ο ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΑΣ, του «πολιτικού θρίλερ» όπως του το απέδωσαν τότε αλλά και όπως το εξέλιξε στη συνέχεια. Το εξαίρετο αυτό γερμανικό φιλμ, που υπογράφει ο σκηνοθέτης ΜΑΡΚΟ ΚΡΟΪΖΠΑΙΝΤΕΡ, της μεγάλης καταρτισμένης σχολής του ΜΟΝΑΧΟΥ (η καρδιά της γερμανικής κινηματογραφίας χτυπά στο Μόναχο, όχι στο Βερολίνο) είναι ακριβώς ένα τέτοιο δείγμα, ένας μοναδικός συνδυασμός δικαστικού δράματος και πολιτικού θρίλερ, με την έννοια ότι «θρίλερ» είναι η ίδια η πολιτική κι η συγκεκριμένη περίοδος στην οποία αναφέρεται. Και το έργο μπορεί να διαδραματίζεται στο 2001, όμως, η εξέλιξη της υπόθεσης μας ταξιδεύει προς τα πίσω, και φτάνουμε ως τη δεκαετία του 40, όπου εκεί είναι κρυμμένα τα βαθιά μυστικά, τα απίστευτα ψέματα, τα εγκλήματα κι οι συγκαλύψεις. Κι αυτό είναι φτιαγμένο από Γερμανό.
Επειδή καλλιεργείται ένας «ξεσηκωμός» πως «πείραξαν» το ..ιερό Τοτέμ, την ταινία του Χίτσκοκ. Αν και το σωστό, αν σκέφτονταν και μιλούσαν κι έβλεπαν το σινεμά ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΚΑ, θα ήταν «η ταινία που ΣΚΗΝΘΕΤΗΣΕ ο Χίτσκοκ»
Το πρόβλημα στην ταινία ξεκινά από το ότι δεν ξέρει κι η ίδια τι ακριβώς θέλει να είναι. Κι ύστερα, προχωράμε στην…ζυγοστάθμιση.