...Διότι το Σενάριο είναι πολλά πράγματα μαζί, παρόλο ότι μερικοί το επικαλούνται αορίστως. Η εν λόγω ταινία από το ΙΣΡΑΗΛ, το οποίο, ως κινηματογραφία, μας έχει δώσει τα τελευταία αρκετά χρόνια πολλά όμορφα σενάρια, είναι ένα υπόδειγμα (δεν λέω «μάθημα» διότι καμιά φορά η λέξη ακούγεται κι ως κατήχηση) όχι μόνο καλού αλλά και πρωτότυπου σεναρίου.
Το «αγγλικό άρωμα» σημαίνει στη μια πλευρά του νομίσματος την εξαίρετη ποιότητα με την οποία οι Βρετανοί προσεγγίζουν κλασικά θέματα, πρόσωπα και βιογραφίες ως είδος αλλά από την άλλη επισημαίνει και το ότι ως αίσθηση μπορεί να μη διαφέρει κι από τη «Μαίρη Σέλλευ» που έρχεται οσονούπω στις μεγάλες οθόνες, το ότι παραείναι Εγγλέζοι όλοι αυτοί εκεί μέσα,, μιλούν «οξφορδιανά» σε ένα έργο που θέλει να μυρίζει Παρίσι της belle époque.
Ένα από τα πιο αποκαλυπτικά μαθήματα σεναρίου που έχω παρακολουθήσει στην Αμερική ήταν εκείνο στο οποίο μας εξηγούσαν και μας επισήμαιναν πως ο σεναριογράφος πρέπει να έχει μέσα στο σενάριο του και μία ατάκα, μία φράση, η οποία να συμπυκνώνει το περιεχόμενο του έργου όχι τόσο για τους θεατές, όσο για το σκηνοθέτη: Να είναι η φράση στην οποία θα πατήσει ο σκηνοθέτης ώστε να πιλοτάρει την ταινία, να καθορίσει τη γραμμή της σκηνοθεσίας του και κατεπέκταση ολόκληρης της ταινίας , κοντολογίς η φράση αυτή να είναι ο πλοηγός του. Ανεξαρτήτως του αν σεναριογράφος είναι ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Πριν το διδαχτώ στην Αμερική στην έκταση που το διδάχτηκα, το είχα διδαχτεί πρώτα εδώ από συνεργάτες του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΖΑΒΕΛΛΑ, τον οποίο δεν πρόλαβα να γνωρίσω προσωπικά μια κι έφυγε όταν εγώ ακόμα ήμουν μαθητής και δεν είχα βγει στο επάγγελμα, πως ως σκηνοθέτης ακολουθούσε πάντα τον σεναριογράφο εαυτό του κι έκανε ό,τι εκείνος του πρόσταζε. Τα αναφέρω αυτά επειδή στην ταινία για την οποία συζητάμε σκηνοθέτης και σεναριογράφος είναι το ίδιο πρόσωπο, ο ΠΑΟΛΟ ΣΟΡΕΝΤΙΝΟ και η φράση που μου εντυπώθηκε ήταν αυτή που παρέθεσα στον τίτλο, η φράση που μου έδωσε το κλειδί, από τη στιγμή που ακούστηκε, να παρακολουθήσω και να κατανοήσω ολόκληρη την ταινία, να πιάσω το μυστικό της. Και να χαρακτηρίσω εν κατακλείδι το φιλμ του Σορεντίνο ως «ΕΥΦΥΕΣ»
Θέλω να πιστεύω ότι η ταινία αυτή που έρχεται με διαβατήριο ΔΑΝΙΑΣ κι έχει γυριστεί από ΙΡΑΝΟ, θα έχει καλή τύχη και στις αίθουσες. Διότι σε κρατεί από το πρώτο πλάνο και σε αφήνει μόλις στο τελευταίο. Σου κρατά διαρκώς το ενδιαφέρον και δεν σου έχει αφήσει περιθώρια να ξέρεις που ακριβώς θέλει να το πάει.
…Τότε δεν θα μιλάγαμε για τον «Λαρς Φον Τρίερ» ούτε για πάμπολλους ων ουκ εστιν αριθμός αλλά θα πηγαίναμε να δούμε μια ταινία κι εκεί θα ίσχυαν οι νόμοι του ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ. Μόνο που τα πράγματα δεν βαδίζουν έτσι κι η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΩΝ ΦΕΣΤΙΒΑΛ, που λειτουργεί παράλληλα με την άλλη, που είναι κι αυτή μέρος της Κινηματογραφικής Βιομηχανίας, κατασκευάζει ανθρώπους που τους πλασάρει ως «μεγάλους auteurs» ή και μικρούς auteurs που έτσι στήνεται όλος αυτός ο μηχανισμός ο οποίος λέγεται φεστιβαλική βιομηχανία και ζει από εκεί πολύς κόσμος. Όχι μόνο στην περίοδο του Φεστιβάλ αλλά και μετέπειτα, στην κινηματογραφία γενικότερα.
Όταν λέμε «ασυνήθιστη», δεν εννοούμε από πλευράς «φόρμας» κι αν έχει φωτισμούς στυλίστικους ή αν το travelling τρέχει πέρα δώθε-αυτό δεν είναι σκηνοθεσία ή τουλάχιστον» μεγάλη» σκηνοθεσία ώστε να μιλάμε για «ασυνήθιστο» έργο!- αλλά ασυνήθιστη από πλευράς ιστορίας, χώρου τοποθέτησης , κουλτούρας αυτού του χώρου κι ανάδειξης ανθρώπινου ζητήματος μέσα από το χώρο αυτό κυρίως, όμως από πλευράς αφήγησης ιστορίας.
Ο ΗΛΙΑΣ ΚΑΖΑΝ έλεγε πως αυτό που έχει σημασία είναι να έχει ο σκηνοθέτης κάτι να πει. Αν έχει να πει, τότε ψάχνει να βρει ΣΕΝΑΡΙΟ που να τον εκφράσει. Το θυμήθηκα βλέποντας αυτή την ΙΡΑΝΙΚΗ ταινία, που την υπέβαλε η πατρίδα της για το Ξενόγλωσσο Οσκαρ του 2019.
Τις ταινίες του Γάλλου σκηνοθέτη ΓΚΑΣΠΑΡ ΝΟΕ τις απεχθάνομαι. Είναι ταινίες επί της ουσίας ΧΩΡΙΣ ΣΕΝΑΡΙΑ, κάτι που για τον υποφαινόμενο καθίσταται ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ, κι έχω διαπιστώσει, από τότε που με απώθησε με τη νοσηρότητα του στο « ΜΗ ΑΝΑΣΤΡΕΨΙΜΟΣ» πως επιδιώκει να επιβληθεί ως «auteur» (ως τι άλλο;) με κύριο όπλο (για να μην πω με μοναδικό στοιχείο) την ΠΡΟΚΛΗΣΗ.
Με το ΧΑΜΟΓΕΛΟ ως … trade mark και με ένα φιλμ μάλλον ΦΤΩΧΟ!!
Υποχρεωτικά από την ιστορία, από το story δηλαδή, ξεκινάς, στη δική μου αντίληψη , όταν πας να μιλήσεις για το 4ο remake της ταινίας αυτής κι ύστερα λες για τους καλλιτέχνες που το λάμπρυναν.
Διότι , κάθε τόσο μιλούν εκ μέρους του Χρόνου, με ΑΣΕΒΕΙΑ, για το τι θα μείνει ή θα ξεχαστεί, λες και ξέρουν, λες κι είναι πάντα ο «Χρόνος» που το αποφάσισε κι όχι τα ιερατεία. Υπάρχει μια διαφορά μεταξύ του ΤΙ ΑΝΤΕΧΕΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ και του τι ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΤΑΙ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ. Το τελευταίο δεν είναι υπόθεση Χρόνου αλλά κουμανταδόρων της κάθε εποχής.
Αν λοιπόν μιλούμε για αντοχές στο χρόνο, η ΙΣΤΟΡΙΑ, το ΘΕΜΑ του «ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ», νομίζω πως ξεπερνά κάθε άλλο κινηματογραφικό story.